Για αποστολή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου εδώ christos.vas94@gmail.com.

Σελίδες

Κυριακή 17 Μαρτίου 2024

Ένας παραδοσιακός Ιρλανδικός ψαλμός, τον οποίο έψελνε ο Άγιος Πατρίκιος ο φωτιστής της Ιρλανδίας

 ΑΓΙΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ-(+17 Μαρτίου)



 Μακάρι οι άγιοι Άγγελοι Σου, ώ Χριστέ, Υιέ του ζωντανού Θεού, να φυλάνε τον ύπνο μας, την ξεκούραση μας, το λαμπερό κρεβάτι μας.
  Κάνε να φανερώσουν αληθινά οράματα σε εμάς όταν κοιμόμαστε, ώ υψηλέ πρίγκιπα του σύμπαντος, ώ μεγάλε βασιλιά των μυστηρίων!
  Μακάρι, να μην διακόψουν το ύπνο μας οι δαίμονες, οι ασθένειες, οι συμφορές ή οι εφιάλτες, μακάρι να μας πάρει γρήγορα ο ύπνος.
  Μακάρι το βλέμμα* μας να είναι άγιο, η εργασία μας, κάθε έργο μας. Ο ύπνος μας, η ανάπαυση μας να μην διακοπούνε απότομα.

*(εδώ το αρχικό κείμενο χρησιμοποιεί τη λέξη watch που σημαίνει και αγρυπνία. Αλλά δεν διευκρινίζει τι ακριβώς θέλει να πει οπότε το μεταφράσαμε σαν βλέμμα)






Τρίτη 12 Μαρτίου 2024

Παρουσίαση Βιβλίου. Η ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ – Από την Απω Ανατολή στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία

 



Περιγραφή
Η συμφιλίωση – Από την Άπω Ανατολή στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία

Η αληθινή ιστορία της Μαρίας-Kinuko Fukami, που γεννήθηκε στην Ιαπωνία και έζησε πολλές και συγκλονιστικές μεταστροφές. Ένα ταξίδι αναζήτησης από τις ανατολικές θρησκείες στον Προτεσταντισμό, στον Παπισμό και, τέλος, στην Ορθόδοξη Εκκλησία.


Νέα έκδοση-Βιβλιοπρόταση: Η Συμφιλίωση
Ελλάδα και Ιαπωνία, δυο χώρες που τις χωρίζουν χιλιάδες χιλιόμετρα! Τις ενώνει
όμως ένας βαθύς σεβασμός στην παράδοση και στη φιλοξενία. Πόσο συχνό είναι
μια Γιαπωνέζα, χωρίς ποτέ να το έχει επιθυμήσει ή σχεδιάσει, να καταλήγει στην
Ελλάδα μέσα από δρόμους περίεργους και συμπτώσεις αξιοθαύμαστες;
Στο νέο βιβλίο της Μαρίας-Kinuko Fukami «Η συμφιλίωση» που κυκλοφορεί από
τις εκδόσεις «Έαρ», η συγγραφέας περιγράφει το συγκλονιστικό ταξίδι αναζήτησης
από την πατρογονική της θρησκεία με τελική κατάληξη την Ορθόδοξη εκκλησία.
Ας την ακούσουμε σε ένα απόσπασμα:
«Ἀπρόσμενα, ἡ ὀσμὴ τοῦ θυμιάματος μὲ ἔφερε πίσω στὸ μακρινό μου παρελθόν...
Ἤμουν μὲ τὴ γιαγιά μου στὸ δωμάτιο tatami στὴν Ἰαπωνία. Ἡ γιαγιὰ ἄναβε τὸ κερὶ
καὶ τὸ θυμίαμα μπροστὰ στὸν μεγάλο βουδιστικὸ οἰκογενειακὸ βωμό, κάθε πρωὶ καὶ
κάθε βράδυ.
Ἡ εὐωδιὰ καὶ ὁ ἦχος ἀπὸ τὸ καμπανάκι (rin) ἠρεμοῦσε τὴν παιδική μου ψυχὴ ἀλλὰ
μοῦ ἔφερνε καὶ μιὰ μικρὴ λύπη, γιατὶ ἔνιωθα mujō (προσωρινή, περαστικὴ στὴ ζωή).
Ἡσυχία, σιωπή, νέκρωση, νηστεία, προσδοκία τῆς ψυχῆς γιὰ μιὰ ἄλλη ζωή, αἰώνια
«Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ» χωρὶς Ἀνάσταση... χωρὶς Παρουσία, χωρὶς Χριστό...»
Ένα συναρπαστικό autofiction για τους αναγνώστες που αγαπούν τους δυο λαούς
και αναζητούν τους κοινούς τόπους Ελλήνων-Ιαπώνων που, όπως μας αποκαλύπτει
η ίδια η συγγραφέας, έχουν ευρύ πεδίο σύνδεσης!



Σχετικά με την συγγραφέα 


Fukami Μαρία-Kinuko
Η Μαρία-Kinuko Fukami γεννήθηκε το 1978 στην Καγκοσίμα της Ιαπωνίας, στο νοτιότερο τμήμα του Κιούσου. Το 1997 εισήχθη στο International Christian University στο Τόκιο της Ιαπωνίας (BA, East Asian Studies, History of Political Thought). Την ίδια χρονιά κέρδισε βραβείο σε διαγωνισμό έκθεσης για την εξομάλυνση των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας και στάλθηκε στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου ως πρέσβειρα καλής θέλησης των φοιτητών. Διετέλεσε μέλος του Φοιτητικού Φόρουμ Ιαπωνίας – Κορέας (JKSF), το οποίο στοχεύει στην προώθηση της συμφιλίωσης μεταξύ των δυο χωρών σε φοιτητικό επίπεδο. Κατά τη διάρκεια των σπουδών της σπούδασε και στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου (Σκοτία), στο Trinity College (Φιλιππίνες) και στο Πανεπιστήμιο Yonsei (Νότια Κορέα).

Αφότου έγινε προτεστάντισσα, συμμετείχε σε ιεραποστολικό έργο με ευαγγελικούς ιεραποστόλους στις κατεξοχήν βουδιστικές περιοχές του Τόκιο. Φοίτησε στο Θεολογικό Σεμινάριο του Τόκιο. Το 2005-2006 συνεργάστηκε με χριστιανούς νέους από περισσότερες από 30 χώρες στη Λοζάνη της Ελβετίας και στο Λούτον του Ηνωμένου Βασιλείου. Στάλθηκε στην Αθήνα και το Κάιρο για να εξυπηρετήσει πρόσφυγες και άστεγους. Υπηρέτησε ως διερμηνέας αγγλικών – φαρσί μεταξύ Ιρανών, Αφγανών και Κούρδων προσφύγων στην Ελλάδα. Σπούδασε στο Τμήμα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Συμμετέχει βοηθητικά στο Historic Faith Commentary Series, που επιμελήθηκε ο πατρολόγος Δρ David Bercot. Μεταφράζει επίσης βιβλία και άρθρα.

Για παραγγελία του βιβλίου κλικ εδώ 





Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἐμμέραμνος, Ἐπίσκοπος Ρατισβόνης (Βαυαρία). Ήμέρα Μνήμης: 22 Σεπτεμβρίου.

 


῾Ο βίος τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου (St. Emmeram, 
Emeram(n)us, Emmeran, Emmerano, Emeran, 
Heimrammi, Haimeran ἢ Heimeran), ἐγράφη ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Ἄρμπεο τοῦ Φράϊζινγκ (Arbeo 
von Freising) μὲ προτροπὴ τοῦ Ἁγίου Βιργιλίου, Ἐπισκόπου Σάλτσμπουργκ († Μνήμη: 27η Νοεμβρίου), γύρω στὸ ἔτος 770, συντάχθηκε δὲ 
ἀπὸ προφορικὲς παραδόσεις.

Ὁ Ἅγιος Ἐμμέραμνος γεννήθηκε στὸ Πουατιὲ 
(Poitiers) τῆς Ἀκουϊτανίας (σημ. Γαλλία). Σύμφωνα μὲ τὸ ὄνομά του, τὸ ὁποῖο σημαίνει «τοπικὸ κοράκι», ἦταν γερμανικῆς καταγωγῆς. Καὶ πράγματι, ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου κατέληξε νὰ εἶναι μία ζωντανὴ ἀναπαράστασις τοῦ νυκτικόρακος – « ὡμοιώθην πελεκᾶνι ἐρημικῷ, ἐγενήθην ὡσεὶ νυκτικόραξ ἐν οἰκοπέδῳ» (Ψαλμ. ρα΄ 7), ὅπου κάθεται στὴν στέγη, ἐγκαταλελειμμένο ἀπὸ ὅλους, ἀλλὰ καὶ μία εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ μας, ὁ Ὁποῖος ἐγκαταλείφθηκε ἀπὸ τοὺς Μαθητές Του.

Ὁ Ἅγιος Ἐμμέραμνος ἦταν ψηλὸς καὶ ἑλκυστικὸς στὴν ἐμφάνισι. Λόγῳ τῆς μεγάλης εὐσεβείας του, τῆς εὐγλωττίας καὶ τῆς ἀσκήσεως ὅλων τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τοῦ Πουατιέ.

Τελοῦσε καθημερινὰ τὴν Θεία Λειτουργία, ἔλεγε καθημερινὰ ἀπὸ μνήμης ὁλόκληρο τὸ Ψαλτήρι καὶ ἔκανε συνέχεια περιοδεῖες στὴν Ἐπισκοπή του, κηρύττων τὸ Eὐαγγέλιο καὶ νουθετῶν καταλλήλως τὰ πνευματικά του τέκνα γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.

Ὅλα ὅσα ἐδίδασκε τὰ ἐπιβεβαίωνε μὲ τὸ ἰδικό 
του παράδειγμα. Εἶχε μεγάλη ἐλευθερία νὰ συναλλάσσεται μὲ ὅλους, εἶχε εὐρύτητα πνεύματος καὶ πάντα προσπαθοῦσε νὰ οἰκοδομήση τὶς καρδιὲς τῶν πνευματικῶν του τέκνων.

Ἀναζητοῦσε τοὺς ἁμαρτωλοὺς στὶς οἰκίες τους καὶ τοὺς ἔφερνε σὲ μετάνοια μὲ τὶς συμβουλές του. Πλούσιοι καὶ πτωχοί, σοφοὶ καὶ ἁπλοῖ συνέρρεαν πλησίον του γιὰ πνευματικὲς συμβουλὲς καὶ ὑλικὴ ὑποστήριξι. Ὁ Ἐμμέραμνος διακρίθηκε ἰδιαίτερα γιὰ τὴν φιλανθρωπία του: στὶς πεζοπορίες του ἔδινε ὅ,τι εἶχε ἐπάνω του σὲ ἀπόρους, ὥστε συχνὰ ἐπέστρεφε στὸ κατάλυμά του μόνο μὲ τὸ ρᾶσο του.

Στὴν Βαυαρία.

Ὁ Ἅγιος ἤκουσε ἀπὸ τοὺς Ἀβάρους, ὅτι ἡ Παννονία, ἡ ὁποία εὑρίσκετο στὰ ἀνατολικὰ σύνορα τοῦ τότε Φραγκικοῦ Βασιλείου (Καρπάθια πεδιάδα), ζοῦσε ἀκόμη στὸν παγανισμό. Ἐπιθυμῶν νὰ κηρύξη τὸ Eὐαγγέλιο ἐκεῖ, καὶ νὰ δώση ἀκόμη καὶ τὴν ζωή του γιὰ τὸν Χριστό, ἂν ἦταν θέλημα Θεοῦ, ζήτησε στὴν προσευχή του τὴν συγκατάθεσι τοῦ Θεοῦ καὶ ἀφοῦ τὴν ἔλαβε, ὥρισε διάδοχο γιὰ τὰ καθήκοντά του, ἄφησε τὰ ὑπάρχοντά του καὶ ἄρχισε μὲ ὀλίγους συντρόφους τὸ ταξίδι.

Ἔφθασε στὴν Pατισβόνη (Pέγκενσμπουργκ) περίπου τὸ ἔτος 649, ὅπου ἐβασίλευε ὁ Δούκας Θεόδωρος, ὁ ὁποῖος τὸν ὑποδέχθηκε εὐγενικά. Ὅταν ὅμως ἄκουσε, ὅτι ὁ Ἐμμέραμνος ἦταν καθ᾿ ὁδὸν πρὸς τοὺς Ἀβάρους, δὲν ἤθελε νὰ τὸν ἀφήση νὰ προχωρήση περισσότερο γιατὶ ἦταν ἐχθρός τους. Ἀντίθετα, ὁ Δούκας ἐξέτασε τὴν βοήθεια, τὴν ὁποίαν ὁ Ἐπίσκοπος Ἐμμέραμνος θὰ μποροῦσε νὰ προσφέρη στοὺς ἰδικούς του ὑπηκόους μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὶς διδασκαλίες του, γιατὶ ἂν καὶ ὁ Χριστιανισμὸς εἶχε ἐπίσημα καθιερωθῆ στὴν Βαυαρία, ἡ εἰδωλολατρία καὶ ἡ δεισιδαιμονία δὲν εἶχαν ἀκόμη ξεπερασθῆ. Ἔτσι οἱ κάτοικοι ποὺ ἔπιναν ἀπὸ ἕνα δισκοπότηρο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἔπιναν μέχρι τώρα πρὸς εὐλογία τῶν θεῶν, τώρα θὰ ἔπιναν πρὸς εὐλογία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων Του.

Συνειδητοποιῶν ὅτι ὁ Δούκας δὲν θὰ τὸν ἄφηνε 
νὰ προχωρήση πρὸς τοὺς Ἀβάρους, ὁ Ἐπίσκοπος Ἐμμέραμνος ἀπεφάσισε, μὲ θεϊκὴ φώτησι, νὰ παραμείνη στὴν Βαυαρία καὶ νὰ ἐργασθῆ ἐπιμελῶς γιὰ νὰ ἐξαλείψη τὴν εἰδωλολατρία. Ἐπὶ τρία ἔτη ἐργάσθηκε ἀκούραστα σὲ πόλεις, κωμοπόλεις καὶ χωριά, κηρύττων ἐπίμονα τὸ Eὐαγγέλιο. Μόνο τὸν χειμῶνα ἔμενε στὸ Pέγκενσμπουργκ, ὅπου τελοῦσε τὰ μυστήρια στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ἔξω τῆς πόλεως.

Ὅταν ἐνεφανίζετο ὁ ἀνοιξιάτικος ἥλιος καὶ ἔκανε τὰ μονοπάτια βατά, ἔπαιρνε τὸ ραβδί του καὶ περιπλανιόταν στὴν περιοχὴ τοῦ Ἄλτμουλ (Altmühl), τοῦ Λάμπερ (Laber) καὶ τοῦ Νὰμπ (Naab), μετέβαινε ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριό, ἀπὸ καλύβα σὲ καλύβα, μέσα στὰ πιὸ πυκνὰ δάση, κηρύττων τὸ Eὐαγγέλιο, καταρρίπτων τὰ εἴδωλα καὶ φυτεύων τὸ σημεῖον τῆς ἀπολυτρώσεως.

Σπανίως περνοῦσε κάποιος ἀπὸ δίπλα του χωρὶς 
νὰ τοῦ μιλήση. Ἀμέτρητες μεταστροφὲς ἦταν ὁ καρπὸς τῶν ἀποστολικῶν του κόπων.

Μετὰ ἀπὸ τρία ἔτη ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν πληροφορία τοῦ ἐπικειμένου θανάτου του. Ζήτησε λοιπὸν ἀπὸ τὸν Δοῦκα τὴν ἀπελευθέρωσί του, νὰ πραγματοποιήση ἕνα προσκύνημα στὴν Pώμη, νὰ προσευχηθῆ στοὺς Τάφους τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Μαρτύρων καὶ νὰ προετοιμασθῆ γιὰ τὴν ἐκδημία του. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἔλεγε ἀπὸ ταπεινοφροσύνη, γιατὶ ἐγνώριζε ἤδη, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ τὸν τιμοῦσε νὰ μαρτυρήση γιὰ Aὐτόν.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὡμίλησε εἰλικρινὰ μὲ τὸν Ἱερέα τοῦ Γουόλφλετ (Wolflete) πρὶν τὴν ἀναχώρησί του. Τοῦ παρήγγειλε νὰ μὴν θεωρήση, ὅτι διέπραξε πραγματικὰ τὸ ἔγκλημα, γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ μαρτυρήση, ὅταν θὰ τὸν δῆ νὰ πεθαίνη μὲ φρικτὸ θάνατο...

Τὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου.

Πρὶν ἀπὸ τὴν ἀναχώρησί του, ἡ θυγατέρα τοῦ Δοῦκα Θεόδου, Οὔτα, καὶ ὁ φίλος της Σιγκιμπάλδος, υἱὸς δικαστοῦ, ἔπεσαν στὰ πό-
δια τοῦ Ἐπισκόπου καὶ ὡμολόγησαν, ὅτι εἶχαν σαρκικὴ σχέσι καὶ ὅτι ἡ Οὔτα ἔμεινε ἔγκυος. Μὲ μεγάλο φόβο γιὰ τὴν ζωή τους, τοῦ ζήτησαν συμβουλὲς γιὰ τὸ πῶς νὰ ἀποφύγουν τὴν ὀργὴ τοῦ Δοῦκα, ἀπὸ τὸν ὁποῖο περίμεναν μόνο θάνατο.

Ὁ Ἐπίσκοπος Ἐμμέραμνος ἐπέπληξε αὐστηρὰ καὶ τοὺς δύο γιατὶ ἐφοβοῦντο τόσο πολὺ τὶς ἐπίγειες τιμωρίες, οἱ ὁποῖες εἶναι παροδικές, καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὶς αἰώνιες τιμωρίες. Ἔδωσε καὶ στοὺς δύο τὸν κατάλληλο κανόνα μετανοίας, καὶ εἶπε στὴν Πριγκίπισσα, ὅτι θὰ ρίξη τὸ ἔγκλημα ἐπάνω του.

Ἀμέσως μετά, μὲ τὴν συμμετοχὴ ὁλοκλήρου τῆς Aὐλῆς, ὁ Ἐπίσκοπος ἀποχαιρετήθηκε μὲ κάθε εὐλάβεια.

Καθὼς ὁ Ἅγιος Ἐμμέραμνος ὥδευε πρὸς τὴν 
Pώμη, ἡ κατάστασις τῆς Οὔτα ἄρχισε νὰ γίνεται ἀντιληπτή. Ὅταν ἐρωτήθηκε ἀπὸ τὸν ἀγανακτισμένο Δοῦκα ποιὸς ἦταν ὁ πατέρας τοῦ 
ἀναμενομένου παιδιοῦ, ἡ Οὔτα ἀπάντησε (σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Ἁγίου), ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος τὴν ἀποπλάνησε.

Μὲ δυσκολία οἱ παρευρισκόμενοι κατάφεραν νὰ ἐμποδίσουν τὸν ἐξαγριωμένο Δοῦκα ἀπὸ τὸ νὰ θανατώση τὴν θυγατέρα του μὲ τὸ σπαθί του. Τῆς ἔδωσε μία μικρὴ περιουσία καὶ τὴν ἔστειλε στὴν 
Ἰταλία, ὅπου τελείωσε τὴν ζωή της μὲ πένθος καὶ μετάνοια. Ὁ Σιγκιμπάλδος λέγεται, ὅτι τράπηκε σὲ φυγὴ σύντομα καὶ εἶχε θλιβερὸ τέλος. Ἀλλὰ ὁ ἀδελφὸς τῆς Οὔτα, Λάμπερτ, ὡρκίσθηκε ἐκδίκησι 
ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο, τὸν ὑποτιθέμενο ἀποπλανητὴ τῆς ἀδερφῆς του. Ἔσπευσε πίσω του μὲ μία ὁμάδα ἐνόπλων καὶ τὸν συνάντησε στὸ Χέλφεντορφ, ὄχι πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὸ Μόναχο, ὅπου ἀναπαυόταν μὲ τοὺς δύο συντρόφους του, τοὺς Ἱερεῖς Βιτάλιο (Vitalis) καὶ Γουόλφλετ (Wolflete), οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἤδη ἔλθει ἀπὸ τὴν Γαλλία.

Ὁ Ἐμμέραμνος προσευχόμενος ἐντὸς μιᾶς οἰκίας, ἐνώπιον Λειψάνων καὶ λαμπάδων, ἐδιάβαζε τὴν Ἀκολουθία τῶν Ὡρῶν. Στὸν ἦχο τῶν καλπασμάτων, ὁ ὁποῖος πλησίαζε, ὁ Ἐμμέραμνος ἀπευθύνθηκε στοὺς παρευρισκόμενους, λέγων ὅτι αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν ἦσαν ἀναμενόμενοι.

Στὴν θέα τοῦ Ἐπισκόπου, ὁ Λάμπερτ ἔγινε ἀμέσως ἔξαλλος. Ἀπὸ τὸ ἄλογο χαιρέτησε τὸν Ἅγιο μὲ τὰ λόγια: «Χαιρετίσματα, Ἐπίσκοπε καὶ κουνιάδε!». Ἄκουσε τὴν ἤρεμη ὑπεράσπισι τοῦ Ἐμμεράμνου, ὁ ὁποῖος τοῦ ἐπρότεινε νὰ πάη τὸ θέμα στὸν Ἐπίσκοπο Pώμης καὶ νὰ διευκρινισθῆ ἐκεῖ. Τότε τὸν ἐκτύπησε στὸ στῆθος μὲ τὸ ραβδί του καὶ διέταξε νὰ τοῦ ἀφαιρέσουν τὰ ἐπισκοπικὰ ἄμφια.

Οἱ σύντροφοι τοῦ Ἐπισκόπου καὶ οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς ὅταν εἶδαν τὶ συνέβαινε, τρομοκρατήθηκαν καὶ φοβούμενοι γιὰ τὴν ζωή 
τους κρύφθηκαν.

Ἀπεγύμνωσαν τὸν Ἐμμέραμνο, τὸν ἔδεσαν σὲ μία σκάλα καὶ τὸν ἔβαλαν σὲ ἕναν μεγάλο ὀγκόλιθο, ὁ ὁποῖος ἴσως ἐχρησίμευε κάποτε ὡς πέτρα θυσίας, ὅπου, σύμφωνα μὲ τὸ παλαιὸ γερμανικὸ τελετουργικό, ὅλα τὰ μέλη μὲ τὰ ὁποῖα εἶχε ἁμαρτήσει, κατὰ τὴν γνώμη τῶν δικαστῶν του, ἔπρεπε νὰ κοποῦν ἕνα πρὸς ἕνα. Κάθε τόσο, ὅσο μποροῦσε, ὁ Ἐπίσκοπος Ἐμμέραμνος ἀπηύθυνε 
μία θερμὴ προσευχὴ στὸν Χριστό, ὅπως: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, μὲ ἐλύτρωσες μὲ τὸ πανάγιο Aἷμά Σου. Σὲ εὐχαριστῶ ἐκ βαθέων, διότι μὲ ἔφερες ἀπὸ ὅλες τὶς πολλὲς χῶρες σὲ αὐτήν, τῆς ὁποίας ἤθελες νὰ ἠγηθῆς. Γιὰ τὴν ἀγάπη Σου ἂς χυθῆ τὸ αἷμα, τὸ ὁποῖο εἶναι ἀθῶο ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν ταύτην».

Δύο ἀπὸ τοὺς πέντε ὑπηρέτες, οἱ ὁποῖοι ἔπρεπε νὰ ἐκτελέσουν τὴν ἐντολὴ τοῦ Λάμπερτ φοβήθηκαν καί, μὲ χλωμὰ πρόσωπα, προσευχήθηκαν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδίας τους στὸν Χριστό μας νὰ τοὺς συγχωρήση γιὰ ὅσα εἶχαν ἐντολὴ νὰ κάνουν σὲ αὐτὸν τὸν ἀθῶο ἄνθρωπο, καὶ ὁ Ἐπίσκοπος Ἐμμέραμνος ἐζήτησε ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ τοὺς δώση σύμφωνα μὲ τὴν καρδία τους. Οἱ ἄλλοι τρεῖς ὑπηρέτες, ὅμως, ἔδειξαν τὴν μοχθηρία τῆς καρδίας τους. Πρῶτα ἔκοψαν τὰ δάκτυλα τῶν ποδιῶν τοῦ Ἁγίου, ἔπειτα τὰ δάκτυλα τῶν χεριῶν του, μετὰ καὶ τὰ δυό του πόδια καὶ τὰ δυό του χέρια.

Ὁ δὲ Ἅγιος Ἐμμέραμνος εὐχαριστοῦσε τὸν Θεόν, ὅτι ἐπέτρεψε νὰ ἀξιωθῆ ὅλων αὐτῶν τῶν βασανιστηρίων. Τότε τοῦ ἔκοψαν καὶ τὴν μύτη καὶ τὰ αὐτιά, ἐξώρυξαν τοὺς ὀφθαλμούς του καὶ τὸν εὐνούχισαν. Ὁ Ἐμμέραμνος συνέχισε νὰ εὐχαριστῆ τὸν Θεὸ μὲ τὴν προσευχή του. Τελικά, ὁ Λάμπερτ ἔκοψε τὴν γλῶσσα τοῦ Ἁγίου καὶ ἄφησαν τὸν Μάρτυρα.

Ὅταν οἱ σύντροφοι τοῦ Ἁγίου ἦλθαν, ἐθρήνησαν τὸν Ἐπίσκοπό τους. Ὁ Ἐμμέραμνος ζήτησε λίγο νερό. Ὁ δὲ Βιτάλιος τοῦ ἀντέτεινε, πῶς ζητάει νερό, ἀφοῦ ἔμεινε χωρὶς ἄκρα, ἔπρεπε νὰ θελήση 
νὰ πεθάνη παρὰ νὰ ἀγωνίζεται νὰ ζήση ἄλλο. Ὁ Ἐμμέραμνος τοῦ ἀπήντησε, ὅτι ἔπρεπε νὰ παρατείνη κανεὶς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του γιὰ νὰ μετανοήση. Ὡς πρὸς τὰ ἀπερίσκεπτα λόγια του, προεῖπε στὸν Βιτάλιο, ὅτι στὸ μέλλον θὰ ἔβαζε ἕνα ποτὸ στὸ στόμα του μὲ τὸ ὁποῖο θὰ ἔχανε τὸ μυαλό του, χωρὶς ὅμως νὰ βλάψη κανέναν, πρὸς παραδειγματισμὸ ὅλων.

Οἱ σύντροφοι τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου ἐκάλεσαν τότε τοὺς κατοίκους τῆς ὑπαίθρου, οἱ ὁποῖοι ἔδεσαν τὸν τραυματισμένο ἄνδρα καὶ τὸν ἔβαλαν σὲ ἕνα κάρο, τὸ ὁποῖο ἔσερναν βόδια, γιὰ νὰ τὸν μεταφέρουν 3 μὲ 4 ὧρες πίσω στὸ Ἄσχαϊμ, ὅπου ὑπῆρχε μία φάρμα τῶν Δουκῶν.

Πρὶν νὰ ξεκινήση τὸ ἅρμα τοῦ Ἁγίου, ἐμφανίσθηκαν ἔξαφνα δύο ἱππεῖς, μὲ θαυμάσια ἐμφάνισι, ὅπως δὲν εἶχαν δεῖ ποτὲ ἐδῶ. Ἐρώτησαν γιὰ τὸ ποῦ εὑρίσκονται τὰ μέλη τοῦ μαρτυρικοῦ ἀνδρός. Τοὺς ἔδειξαν ἕναν κράταιγο (φυλλοβόλο θάμνο) κάτω ἀπὸ τὸν ὁποῖο εἶχαν τοποθετηθῆ τὰ κομμένα μέλη. Σύμφωνα μὲ τὶς ἰδέες τῆς ἐποχῆς, ὅσοι ἔχαναν τὰ ἄκρα τους δὲν θὰ ἔβλαπταν ἂν ἦταν καλυμμένοι μὲ χῶμα.

Μόλις οἱ δύο καβαλλάρηδες σήκωσαν τὰ μέλη, ἔγιναν ἄφαντοι. Τότε ἄνοιξαν τὰ μάτια τοῦ κόσμου, ὅτι ἡ ἐκτέλεσις τοῦ Ἐπισκόπου ἦταν τὸ μαρτύριο ἑνὸς ἀθώου. Ὡς ἐκ τούτου, πολλοὶ κάτοικοι τοῦ τόπου συνώδευσαν τὸν ἀκρωτηριασμένο Ἐπίσκοπο. Τὸ κάρο συνώδευαν καὶ γυναῖκες. Στὸ δρόμο, καθὼς ἐπλησίασαν πολὺ στὸ Ἰσὰρ (Isar), ὁ Ἐμμέραμνος ἐφώναξε καὶ ἔδωσε νὰ καταλάβουν, ὅτι εἶχε ἔλθει ἡ στιγμὴ τοῦ θανάτου του καὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ τὸν σηκώσουν ἀπὸ τὸ κάρο. Τὸν ἐσήκωσαν λοιπὸν ἀπὸ τὸ κάρο καὶ τὸν ἐξάπλωσαν στὸ φρέσκο γρασίδι. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος παρέδωσε τὸ πνεῦμά του εἰς χεῖρας Θεοῦ.

Τὴν στιγμὴ τοῦ θανάτου του, ἕνα φῶς ἐξῆλθε τοῦ στόματός του, σὰν μία δυνατὴ δᾶδα, τὸ ὁποῖο ἀνέβαινε ψηλὰ στὸν οὐρανό. Οἱ αἰθέρες ἄνοιξαν καὶ ἡ λάμψις τοῦ οὐρανοῦ ἐφώτισε τὰ πρόσωπα 
ὅλων τῶν παρευρισκομένων σὰν ἀστραπή, καθὼς ὁ Μάρτυς ἀνερχόταν στὸν Παράδεισο. Φόβος καὶ τρόμος κατέλαβε ἅπαντας, καὶ μετὰ βίας ἐτόλμησαν ἔπειτα νὰ ἀγγίξουν τὸ σκήνωμα τοῦ Ἁγίου γιὰ νὰ τὸ σηκώσουν καὶ ἀποθέσουν πάλι στὸ κάρο.

Τὸ σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Ἐπισκόπου ἐνταφιάσθηκε ἀρχικὰ στὸν πλησιέστερο Ναό, τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, στὸ Ἄσχαϊμ. Ὅταν ἀποκαλύφθηκε ἡ ἀλήθεια γιὰ τὴν ἐγκυμοσύνη τῆς Οὔτα, ὁ Λάμπερτ στάλθηκε στὸν πόλεμο ἐναντίον τῶν Ἀβάρων λόγῳ τῆς σκληρότητός του, ὅπου σύντομα χάθηκε. Ἡ Οὔτα στάλθηκε στὴν Ἰταλία σὲ ἕνα Μοναστήρι, ὁ Σιγκιμπάλδος εἶχε τραπῆ σὲ φυγὴ καὶ τοὺς τρεῖς ὑπηρέτες, οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν μὲ εὐχαρίστησι στὴν ἐκτέλεσι τοῦ Ἐμμεράμνου βρῆκε μεγάλη συμφορὰ καὶ ἀπέθαναν, ἐνῶ οἱ ἄλλοι δύο ὑπηρέτες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν καταδικάσει τὸν ἑαυτό τους, ἐτελείωσαν εἰρηνικὰ τὴν ζωή τους. Τὴν στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Ἐμμέραμνος παρέδωσε τὸ πνεῦμά του, ξέσπασε μία καταιγίδα, ἡ ὁποία διήρκησε σαράντα ἡμέρες.

Μέσα ἀπὸ διάφορα ὁράματα, κάποιοι κάτοικοι τοῦ Pέγκενσμπουργκ συνειδητοποίησαν, ὅτι ἡ αἰτία τῆς καταιγίδος αὐτῆς ἦταν ὁ θάνατος τοῦ ἀθώου Ἐπισκόπου. Ἔτσι ἀποφασίσθηκε νὰ μετατεθοῦν μὲ τιμὲς τὰ ἱερὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου στὸ Pέγκενσμπουργκ. Τὸ σκήνωμα τοῦ Μάρτυρος μεταφέρθηκε ἀπὸ τὸ Ἄσχάϊμ στὸ Pέγκενσμπουργκ ἐπὶ ποταμοῦ.

Τὸ πλοῖο ἀπὸ μόνο του σταμάτησε στὸ ὕψος τοῦ Pέγκενσμπουργκ. Ὁ Δούκας, οἱ μεγιστᾶνες, ὁ Κλῆρος καὶ ὁ λαὸς παρέλαβαν τὸ ἅγιο Σκήνωμα μὲ μεγάλη ἐπισημότητα. Οἱ ἱερεῖς μετέφεραν αὐτὸ στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, σήμερα Ἁγίου Ἐμμεράμνου, ὅπου καὶ ἐτάφη. Τὴν στιγμὴ τοῦ ἐνταφιασμοῦ τοῦ Ἁγίου ὁ καιρὸς ἄλλαξε καὶ ἔγινε πάλι αἴθριος.

Σημεῖα.

Στὸ μέρος ὅπου παρέδωσε ὅ Ἅγιος Ἐμμέραμνος τὸ πνεῦμά του, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοσι, διατηρήθηκε ἕνα ἰδιαίτερο κλῖμα: δὲν καλύπτοταν ποτὲ πλέον μὲ χιόνι, ἀλλὰ ὅλο τὸν χρόνο, ἀκόμη καὶ τὸν χειμῶνα, ὅταν ὅλη ἡ Γερμανία εἶναι καλυμμένη μὲ πολὺ χιόνι, ἐκεῖ διετηρεῖτο ἀνοιξιάτικη λαμπρότης καὶ ὀμορφιά.

Ἔτσι ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου διατηρήθηκε στοὺς ντόπιους κατοίκους, οἱ ὁποῖοι προηγουμένως θεωροῦσαν ὡρισμένα ἄλση καὶ δένδρα ἄξια λατρείας. Ἐκεῖ ἔκτισαν ἕνα Ναΰδριο, στὸ ὁποῖο πολλὲς προσευχὲς γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς εἰσακούσθησαν. Σήμερα ὑπάρχει ἐξωκκλήσι, ὅπου καὶ Λείψανα τοῦ Ἁγίου. Τὸ μέρος ὀνομάζεται Ἅγιος Ἐμμέραμνος (Sankt Emmeram).

Στὸ Χέλφεντορφ (Helfendorf), ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου διατηρήθηκε ἀπὸ τὸ γεγονός, ὅτι ἡ πέτρα ἐπάνω στὴν ὁποία ἐμαρτύρησε ὁ Ἅγιος ἔκανε πολλὰ θαύματα. Ὅμως τὸ χωριὸ Χέλφεντορφ ἔμεινε ἔρημο γιὰ πολλὰ χρόνια, καθὼς οἱ κάτοικοί του σκορπίσθηκαν, διότι δὲν εἶχαν σταθῆ πλησίον τοῦ ἁγίου Ἐπισκόπου τὴν ὥρα τοῦ Μαρτυρίου του. Ἀργότερα, ἐπάνω ἀπὸ τὸν τόπο τοῦ Μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου κτίσθηκε ἕνας Ναός. Ἕνα ρέμα κυλάει ἀκριβῶς δίπλα στὴν Ἐκκλησία, τοῦ ὁποίου ἡ πηγὴ εὑρίσκεται πλησίον. Ἀπὸ τὴν πηγὴ αὐτὴ δόθηκε γιὰ τελευταία φορὰ νερὸ στὸν Ἅγιο Ἐμμέραμνο.

Ἐπὶ Ἐπισκόπου Γκάγουϊμπαλντ (Gawibald), τὰ ἱερὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου μεταφέρθηκαν στὸν μεγαλύτερο Ναὸ τοῦ ὁμωνύμου Μοναστηριοῦ, ὅπου ἀναπαύονται μέχρι σήμερα. Ἡ ἐπιγραφὴ στὸν σημερινὸ τάφο γράφει: «Ἐμμέραμνος, Ἐπίσκοπος Πουατιέ. Ἦλθε κηρύττων τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ στὴν γῆ τῆς Βαυαρίας, ὅπου ὑπέφερε στὸ Χέλφεντορφ γιὰ χάρι τοῦ Χριστοῦ στὶς 22 Σεπτεμβρίου 652 καὶ ἐτάφη ἐδῶ στὸ Ρέγκενσμπουργκ».

Τὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου στὸ Pέγκενσμπουργκ ἔκλεισε τὸ 1803. Ὁ Πρίγκιπας τοῦ Θοὺρν καὶ Τάξις (Thurn and Taxis) μετέτρεψε αὐτὸ σὲ παλάτι. Ὁ Ναὸς τοῦ Μοναστηριοῦ ἔγινε ἐνοριακός. Σὲ ἕνα ἄνοιγμα τοῦ Τάφου τοῦ Ἁγίου 
Ἐμμεράμνου τὸν IΖ΄ αἰῶνα, βρέθηκαν τὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου ὅπως ἔπρεπε νὰ εἶναι, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοσι τοῦ Μαρτυρίου του.

Θαύματα.

Ἡ παράδοσις ἀναφέρει γιὰ μία γυναίκα, ἡ ὁποία ζοῦσε μὲ ἕναν ἔγγαμο ἄνδρα, τοῦ ὁποίου ἡ σύζυγος ἦταν ἀσθενής. Ὅταν κάποτε μετέβησαν γιὰ προσκύνημαστὸν Ἅγιο Ἐμμέραμνο καὶ εὑρισκόταν μόλις 200 βήματα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἄρχισε ἔξαφνα νὰ τρέμη σὲ κάθε ἄκρο της, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τῆς ἦταν ἀδύνατον νὰ περπατήση οὔτε πρὸς τὰ ἐμπρὸς οὔτε πρὸς τὰ ὀπίσω. Μὲ μεγάλο φόβο ἐκάλεσε σὲ βοήθεια. Ἔτυχε νὰ περάση ἕνας Ἱερέας, ὁ ὁποῖος τὴν ὡδήγησε στὴν ἄκρη καὶ τὴν ἐρώτησε τὸν λόγο τῆς καταστάσεώς της.

Ἐξωμολογήθηκε τὸ ἔγκλημά της καὶ στὴν συνέχεια ἀπαλλάχθηκε ἀπὸ τὸ μαρτύριο, εἰσῆλθε 
ἐλεύθερα στὸν Ναὸ καὶ προσεκύνησε τὰ ἅγια Λείψανα.

Μία ἄλλη φορά, μία ὑπηρέτρια ἔπεσε θῦμα μαγείας καὶ ἄρχισε νὰ νιώθη μία ἀνυπέρβλητη ἀποστροφὴ γιὰ κάθε φαγητό. Ἂν τῆς ἔβαζες μὲ δύναμι κάτι στὸ στόμα, θὰ τὸ ἔφτυνε ἀμέσως, ἀναμιγμένο μὲ αἷμα. Γιὰ ἕνα ἔτος ἔζησε ἔτσι, ἐνῶ ἔκανε τὴν ὑπηρεσία της ὡς συνήθως, καὶ μόνο ἡ ὠχρότητα τοῦ προσώπου της πρόδιδε τὴν κατάστασί της. Τότε, κάποιος φιλόθεος τῆς συνέστησε νὰ κάνη προσκύνημα στὸν Ἅγιο Ἐμμέραμνο. Καθὼς ἐπλησίαζαν στὸν Ναό, ὅπου ἀναπαύονται τὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου, ἡ ὑπηρέτρια ἔνιωσε μεγάλη πεῖνα καὶ ἐζήτησε ψωμί. Ἀφοῦ προσεκύνησε τὰ Λείψανα, ἐπέστρεψε στὸ σπίτι θεραπευμένη.

Ἡ παράδοσις ἀναφέρει ἐπίσης γιὰ κάποιον εὐσεβῆ ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος μετέβαινε νὰ προσκυνήση τὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου. Στὸν δρόμο συνάντησε ληστές, οἱ ὁποῖοι τὸν συνέλαβαν καὶ τοῦ ἔκλεισαν τὸ στόμα, ὥστε νὰ μὴν μπορῆ πλέον νὰ μιλήση. Ἔπειτα τὸν μετήγαγαν στὴν Γαλλία, ὅπου τὸν ἐπούλησαν ὡς σκλάβο. Στὸ διάστημα αὐτό, ὁ ἄνδρας συχνὰ νήστευε καὶ προσευχόταν θερμὰ στὸν Θεὸ καὶ στὸν Ἅγιο Ἐμμέραμνο.

Ἕνα ἔτος ἀργότερα, πουλήθηκε στὴν βόρεια Γερμανία, στοὺς Γουέσερ (Weser), μία φυλὴ ἡ ὁποία ἦταν ἀκόμα παγανιστική. Ἐκεῖ ἐκέρδισε τὸν σεβασμὸ τοῦ τοπικοῦ Πρίγκιπος λόγῳ τῆς ἱκανότητός του στὴν κατασκευὴ οἰκιῶν καὶ 
ἄλλων χειρωνακτικῶν δεξιοτήτων.

Ὅταν κάποιος ἔγγαμος ἄνδρας ἀπέθανε, τὸν διέταξε ὁ Πρίγκιπας νὰ λάβη ὡς σύζυγο τὴν χήρα του. Ἐκεῖνος ὅμως ἀρνήθηκε, ἐπισημαίνων ὅτι ἦταν Χριστιανὸς καὶ ἤδη συζευγμένος, καὶ ὅτι ἡ σύζυγός του ἦταν ἀκόμη ζωντανὴ καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν ἐπετρεπόταν νὰ ἔλθη σὲ δεύτερο γάμο. Ὡστόσο, αὐτὸ ἑρμηνεύθηκε ὡς μυστικὸ σχέδιο ἀποδράσεως καὶ ἀπειλήθηκε νὰ πωληθῆ στοὺς πλέον ἄγριους Σάξονες, γιὰ νὰ μὴν χάσουν οἱ κύριοι του τὴν τιμὴ τῆς ἀγορᾶς του.

Τελικά, ὁ ἄνδρας ἐνέδωσε στὸν γάμο. Τὴν νύκτα τοῦ γάμου, ὡστόσο, προσπάθησε νὰ πείση τὴν νέα του σύζυγο νὰ προσποιηθῆ, ὅτι ἔκαναν ἕναν κανονικὸ ἔγγαμο βίο, ἀφοῦ, ὅπως ἤδη ἀναφέρθηκε, εἶχε ἤδη σύζυγο. Ἀλλὰ ἡ νέα του σύζυγος δὲν συμφωνοῦσε καθόλου. Τότε τῆς ἐξήγησε ὅτι, σύμφωνα μὲ τὸ χριστιανικὸ ἔθιμο, ἔπρεπε νὰ περιμένουν τοὐλάχιστον τρεῖς ἡμέρες πρὶν νὰ συνέλθουν. Σὲ αὐτὸ τὸ διάστημα ὁ ἄνδρας αὔξησε τὶς προσευχές του καὶ ἐνήστευε.

Τὸ ἑπόμενο βράδυ, ὁ Ἅγιος Ἐμμέραμνος τοῦ ἐμφανίσθηκε σὲ ὄνειρο καὶ τὸν διέταξε νὰ πάρη τὸ ψωμί, τὸ ὁποῖο ἦταν στὸν ἐπάνω ὄροφο καὶ 
νὰ ἐπιστρέψη ἀμέσως στὴν Βαυαρία. Πρὸς ἔκπληξίν του, ὁ ἄνδρας βρῆκε τὸ ψωμὶ ἐκεῖ ὅπου τοῦ εἶχε ὑποδείξει ὁ Ἅγιος στὸ ὄνειρο καὶ ἔφυγε ἀνενόχλητος ἀπὸ τὸ σπίτι τὸ ἴδιο βράδυ. Μὲ τὴν βοήθεια αὐτοῦ τοῦ ψωμιοῦ ἐταξίδευσε γιὰ δεκατέσσερις ἡμέρες ἕως Βαυαρία καὶ ἔφθασε στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἐμμεράμνου στὸ Pέγκενσμπουργκ στὴν ἀρχὴ τῆς Θείας Λειτουργίας.

Ἀφοῦ παρακολούθησε τὴν Λειτουργία, ὡμίλησε ἐνώπιον τοῦ ἐκκλησιάσματος γιὰ τὴν ὀδύσσειά του καὶ ἐμοίρασε στοὺς πιστοὺς τὸ ὑπόλοιπο ψωμί του, καθὼς τοῦ εἶχε ἀπομείνει τὸ ἕνα τρίτο!...



Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2024

Τριάντα ένα πράγματα που μπορεί να μην γνώριζες για την αγία Brigid του Kildare της Ιρλανδίας

 


1. Η αγία Brigid γεννήθηκε στην Ιρλανδία το 450 μ.Χ.   .

2.Ήταν υποτακτική του αγίου Πατρικίου ο οποίος βάπτισε τους γονείς της και την ίδια. 

3.Ο πατέρας της αγίας Brigid ήταν παγανιστής και παντρεύτηκε την μητέρα της η οποία ήταν μία σκλάβα. 

4. Σαν νεαρό παιδί η Brigid ήταν ευσπλαχνική προς τους φτωχούς, χαρίζοντας φαγητό και ρουχισμό ακόμη και τα πράγματα του πατέρα της στους φτωχούς.  

5. Πολλά θαύματα αποδίδονται στην αγία Brigid που συνέβησαν κατά τη διάρκεια του βίου της. 

6.Η Brigid ήταν μία όμορφη κοπέλα και ο πατέρας της ήθελε να παντρευτεί τον βασιλιά του Ulster 

7.Στην ηλικία των 16, η αγία Brigid ήθελε ο Ιησούς Χριστός να γίνει σύζυγος της και προσευχήθηκε να την κάνει να μην είναι επιθυμητή έτσι ώστε να μην θέλει κανείς να την παντρευτεί. 

8.  Η προσευχή της απαντήθηκε όταν η αγία Brigid έχασε ένα μάτι και τότε της επιτράπηκε να μπει σε μοναστήρι. 

9. Θαυματουργικά, όταν η Brigid πήρε το μοναχικό σχήμα θεραπεύτηκε. 

10. Έγινε γνωστή σαν αγία Brigid του Kildare.

11. Έξω από το Δουβλίνο έλαβε ένα κομμάτι γης που λέγεται Curragh

12.Εκεί έχτισε ένα κελί κάτω από μία μεγάλη βελανιδιά που ονομάζεται  Kill-dara, δηλαδή Κελί της βελανιδιάς. 

13. Μερικές ακόμη κοπέλες ακολούθησαν την αγία ιδρύοντας το μοναστήρι του Kildare.

14. Η σημερινή πόλη του Kildare πήρε το όνομα της από το μοναστήρι. 

15. Η αγία έδιωχνε δαίμονας απλά με το σημείο του σταυρού. 

16. Υπάρχει ένα γνωστό θαύμα σχετικά με τον μανδύα της αγίας. 

17.Αναζητούσε γη για την μοναστική κοινότητα της και ο βασιλιάς του Leinster αρνήθηκε το αίτημα της. 

18. Η αγία Brigid  ζήτησε να της δοθεί τόση γη όση μπορούσε να καλύψει ο μανδύας της. 

19. Ο βασιλιάς σκέφτηκε πως σίγουρα κάνει κάποιο αστείο από τη στιγμή που ο μανδύας της ήταν τόσο μικρός 

20. Έτσι ο βασιλιάς δεν αρνήθηκε να συμφωνήσει με τους όρους της

21. Θαυματουργικά, όταν εναπόθεσε τον μανδύα της κάλυψε όλη την περιοχή.  

22. Ένας γνωστός τρόπος για να εορτάσει κανείς την αγία είναι να φτιάξει τον σταυρό της αγίας Brigid. 

23. Η ιστορία του σταυρού έχει να κάνει με ένα περιστατικό που συνέβη ενώ η αγία δίδασκε έναν ετοιμοθάνατο παγανιστή σχετικά με τον Χριστιανισμό. 

24. Ενώ το κεφάλι της ήταν σκυμμένο, μάζεψε βούρλα από το έδαφος και άρχισε να φτιάχνει έναν σταυρό. 

25. Τα βούρλα ήταν ένα σύνηθες υλικό για τα πατώματα στα Ιρλανδικά σπίτια. 

26. Ο παγανιστής ρώτησε την Brigid τι συμβόλιζε ο σταυρός. 

27. Ο παγανιστής έγινε Χριστιανός και βαπτίστηκε πριν το θάνατο του. 

28. Κάποτε η Brigid αποκοιμήθηκε κατά τη διάρκεια ενός κηρύγματος του αγίου Πατρικίου. Εκείνος το βρήκε αστείο και τη συγχώρεσε με ένα χαμόγελο. 

29. Η Brigid θάφτηκε στον Καθεδρικό του Kildare και ένας ακριβός τάφος τοποθετήθηκε επάνω της. 

30. Γύρω στο έτος 878, λόγο των Σκανδιναβικών επιδρομών, τα λείψανα της αγίας μεταφέρθηκαν στο Downpatrick όπου τοποθετήθηκαν στον τάφο των αγίων Πατρικίου και Columba. 

31. Η Brigid είναι η προστάτης αγία της Ιρλανδίας, των ποιητών, των γαλακτοκόμων, των σιδηρουργών, των θεραπευτών, των κοπαδιών, των φυγάδων, των Ιρλανδών μοναζουσών, των μαιών και των νεογέννητων μωρών. 

Η μνήμη της τιμάται στις 2 Φεβρουαρίου. 


Μετάφραση Orthodoxy-Rainbow 


Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2024

Ελληνίδες νύφες στην .... Ιαπωνία !!

 

Ο Λευκάδιος Χερν με τη σύζυγό του

Λίγο-πολύ όλοι γνωρίζουν για τα "πλοία με τις νύφες" που μετέφεραν χιλιάδες Ελληνίδες στην Αμερική και την Αυστραλία για να παντρευτούν έναν άνδρα που δεν γνώριζαν. Αυτό που δεν είναι γνωστό είναι πως Ελληνίδες νύφες έφτασαν ως και την… Ιαπωνία.

Το αποκαλύπτει ο πανεπιστημιακός καθηγητής, Αναστάσιος Τάμης, στο νέο βιβλίο του «Οι Έλληνες στην Άπω Ανατολή» που εκδόθηκε από τον Εκδοτικό Οίκο Βάνιας της Θεσσαλονίκης. Το βιβλίο έχει συνολικά 580 σελίδες και  περιέχει και 480 σπάνιες φωτογραφίες που μαρτυρούν την ελληνική μεταναστευτική εμπειρία σε Ινδίες, Κίνα, Μαντζουρία, Ιαπωνία, Κορέα και Φιλιππίνες.
Ένα από τα πιο ενδιαφέρονται κεφάλαια στην ενότητα για την Ιαπωνία, είναι οι Ελληνίδες νύφες που έφτασαν εκεί.


Ελληνοπούλες στη Σαγκάη το 1942.
Μοναδικός άντρας, ο Ι.Μπουχούτσος.

Η ελληνίδα σούπερ ντίβα της Ιαπωνίας
Όπως εξηγεί ο καθηγητής Τάμης, όλα άρχισαν με τη σοπράνο Ακριβή Ασημακοπούλου για την οποία λέει: "Ιδιαίτερα σημαντική για τα πολιτιστικά δρώμενα της Ιαπωνίας κατά την μεταπολεμική περίοδο υπήρξε η εγκατάσταση και πολιτιστική συμβολή της μεγάλης σοπράνο Ακριβής Ασημακοπούλου Fukuzawa (1916-2001). Η Ακριβή γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη από Έλληνες Κωνσταντινουπολίτες γονείς, που είχαν διαφύγει πρόσφυγες στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας. Το 1940, σπουδάζοντας μουσική και τραγούδι στο Παρίσι, γνώρισε και νυμφεύθηκε, κάτω από δύσκολες συγκυρίες, τον Shindaro Fukuzawa μορφωτικό ακόλουθο της Ιαπωνίας στο Παρίσι και εγγονό του μεγάλου Ιάπωνα ακαδημαϊκού και διανοούμενου Yukichi Fukuzawa, ιδρυτή του Πανεπιστημίου Keio του Τόκιο.
Στις ημέρες που ακολούθησαν το ζεύγος Fukuzawa συνελήφθηκε από τα αμερικανικά στρατεύματα στο Βερολίνο και οδηγήθηκε στα στρατόπεδα αιχμαλώτων στην Νέα Υόρκη, την Πενσυλβάνια και το Σιάτλ, πριν από την απελευθέρωσή του και την παράδοσή του στα αμερικανικά στρατεύματα κατοχής της Ιαπωνίας στην Uraga (5 Δεκεμβρίου 1945). Από την εποχή αυτή άρχισε η ξέφρενη καλλιτεχνική σταδιοδρομία της Ακριβής Ασημακοπούλου, η οποία μέσα από τις άριές της στα μεγαλύτερα θέατρα της Ιαπωνίας εισήγαγε στην Άπω Ανατολή την ευρωπαϊκή κλασική μουσική. Η Ακριβή Ασημακοπούλου Fukuzawa, η ντίβα της Ιαπωνίας υποδύθηκε δεκάδες καλλιτεχνικούς ρόλους, ανέβασε δεκάδες συμφωνικές συνθέσεις με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Τόκιο, εξέδωσε δεκάδες δίσκους, συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους Ιάπωνες και Ευρωπαίους Διευθυντές Ορχηστρών, συμμετείχε ενεργά σε καλλιτεχνικές εταιρείες και ώθησε τους Ιάπωνες να αγαπήσουν την καλλιτεχνική παράδοσης της Δύσης.
Η κόρη της, Ειρήνη Fukuzawa βαπτίσθηκε Ορθόδοξη από τον Βύρωνα Θεοφάνη στον Ορθόδοξο ναό του Αγίου Νικολάου του Τόκιο και διανύει μια πλούσια καλλιτεχνική καριέρα στην αρχιτεκτονική και στις καλές τέχνες. Έργα της εκθέτονται στα μουσεία της Αμερικής, της Ιαπωνίας και της Ευρώπης".
Η Ακριβή Ασημακοπούλου Fukuzawa, λοιπόν, ήταν η πρώτη Ελληνίδα νύφη της Ιαπωνίας. Όπως αναφέρει ο καθηγητής Τάμης ακολούθησαν εκατοντάδες. Οι περισσότερες παντρεύτηκαν εύπορους και καλλιεργημένους Ιάπωνες και ασχολούνταν με την φιλανθρωπία και την πολιτιστική δράση. Μεταξύ τους βρισκόταν ανεπίσημα στις ελληνορθόδοξες εκκλησίες του Τόκιο και της Γιοκοχάμα αλλά δεν γινόταν εύκολα αποδεκτές στην ελίτ της ιαπωνικής εκκλησίας.
Ο κ. Τάμης αναφέρει και συγκεκριμένες περιπτώσεις. Όπως της Κατερίνα Ναγκάγια (Ελευθερίου) από την Ξάνθη που παντρεύτηκε τον Ιάπωνα Φουσάο Μαγκάγια και εγκαταστάθηκαν στο Τόκιο. Ο Φουσάο ασπάστηκε την Ορθοδοξία, βαπτίστηκε Ιωάννης και χειροτονήθηκε ορθόδοξος ιερέας στο Τόκιο!
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως, σύμφωνα με τον κ. Τάμη, οι περισσότερες Ελληνίδες βάπτισαν τα παιδιά τους ορθόδοξα και τους διδάσκουν την ελληνική γλώσσα στην Ιαπωνία.
Ο ομογενής πανεπιστημιακός σημειώνει όμως πως στην δεκαετία του '60 έφτασαν και στην Ελλάδα πολλές νύφες από την Ιαπωνία που είχαν παντρευτεί Έλληνες, κυρίως ναυτικούς.
Συνολικά εκτιμά ότι έφτασαν στην Ελλάδα 700 νύφες από την Ιαπωνία και μάλιστα είχαν κάνει και την οργάνωση Sakura Club for Permanent Women Residents in Greece. Αλλά κι οι περισσότερες δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν στην Ελλάδα.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της φάσης αυτής δεν έλειψαν και οι κοινωνικές τραγωδίες. Εκατοντάδες Έλληνες ναυτικοί που βρέθηκαν στα λιμάνια της Ιαπωνίας για σύντομη παραμονή δημιούργησαν σχέσεις με ντόπιες Γιαπωνέζες, όπως μαρτυρούν τα διπλωματικά αρχεία και οι εκθέσεις κληρικών και προξενικών υπαλλήλων.
Πολλές ντόπιες γυναίκες στη συνέχεια ακολούθησαν τους συζύγους τους στην Ελλάδα ύστερα από πρόσκλησή τους, πολλές όμως εγκαταλείφτηκαν απροστάτευτες. Ορισμένες, ακόμη και παντρεμένες, παρουσιάστηκαν σε ελληνικά προξενικά γραφεία και επέστρεψαν διαμαρτυρόμενες τα ελληνικά τους διαβατήρια, άλλες διεκδίκησαν με πείσμα να εντοπίσουν τους ναυτικούς συζύγους τους στη Ελλάδα και άλλες οδηγήθηκαν σε εκτρώσεις ή φόνευσαν τα βρέφη τους, αδύναμες να τα στηρίξουν οικονομικά, όπως μαρτυρούν τα αρχεία στο νεκροταφείο Yamate, έξω από τη Γιοκοχάμα.

Έλληνες στην Άπω Ανατολή
Πρόσφυγες και εκτοπισμένοι Έλληνες, θύματα κοινωνικο-οικονομικών και πολιτικών συγκυριών από το χώρο της Ρωσίας, φιλοπερίεργοι έμποροι από τη Βαλκανική και τη Μικρά Ασία, Xιώτες, Σάμιοι και Κασιώτες, Επτανήσιοι νησιώτες ναυτικοί και τυχοδιώκτες, μέλη πολύτεκνων οικογενειών ήσαν οι πρώτοι Έλληνες έποικοι που εγκαταστάθηκαν στις χώρες της Νοτιανατολικής Ασίας, Άπω Ανατολής και Ειρηνικού, σύμφωνα με τον καθηγητή Τάμη.
Αρκετοί από αυτούς είχαν πρωταρχικά εγκατασταθεί στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αλεξάνδρειας, της Κωνσταντινούπολης, της Σμύρνης, της Αγίας Πετρούπολης, της Οδησσού και της Φιλιππούπολης από το 1725. Αυτό τουλάχιστον μαρτυρούν οι ταφόπετρες στο κοιμητήριο του Καθολικού Ναού της Παναγίας στο προάστιο Murghihatta της Καλκούτας, όπου είναι θαμμένοι αρκετοί απ' αυτούς. 1953).
Η δεύτερη φάση (1960-1985) χαρακτηρίζεται για τα οικονομικά της χαρακτηριστικά και είναι η πλέον πολυάριθμη. Στην περίοδο αυτή πάνω από 7.000 Έλληνες εγκαταστάθηκαν στα λιμάνια της Ιαπωνίας και στο Τόκιο ως αποτέλεσμα των πολύπτυχων δράσεων της ελληνικής ναυτιλιακής πρωτοβουλίας, από την ρομαντική εποχή του Σ. Λιβανού και Α. Σ. Ωνάση μέχρι και τις λαμπρές ημέρες του Π. Τσάκου.
Ήταν η εποχή που πάνω από 1000 εμπορικά πλοία και δεξαμενόπλοια κατασκευάζονταν ετησίως στα ναυπηγεία της Ιαπωνίας, χιλιάδες ελληνικά πλοία κατέπλεαν ετησίως στα λιμάνια της χώρας με τα ελληνικά τους πληρώματα, ενώ σε χιλιάδες ανέρχονταν οι Έλληνες που εργάζονταν σε ιαπωνικά ναυπηγεία, σε ναυτιλιακές εταιρείες νηολόγησης και τροφοδοσίας. Δεν είναι υπερβολικό να διατυπωθεί η άποψη ότι κατά την περίοδο αυτή η ελληνική ναυτιλία υπήρξε, μετά την αμερικανική συμβολή και παρουσία, ο δεύτερος κυριότερος παράγοντας συγκρότησης της οικονομίας της μεταπολεμικής Ιαπωνίας στα αμέσως μεταπολεμικά χρόνια, ένα γεγονός που δεν αγνοεί η ιαπωνική βιβλιογραφία και πολιτεία.
Στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια η οικονομία της Ιαπωνίας στηρίχτηκε σχεδόν αποκλειστικά στις επενδύσεις του αμερικανικού και ελληνικού κεφαλαίου. Ο αριθμός των Ελλήνων εποίκων στην Ιαπωνία συρρικνώθηκε προοδευτικά από 7000 το 1985 σε λιγότερους από 600 τώρα, ως αποτέλεσμα της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, μας λέει ο καθηγητής Τάμης.
Σήμερα οι Έλληνες της Ιαπωνίας είναι κατά κύριο λόγο απότοκα διεθνικών γάμων, κυρίως Ελληνίδες νυμφευμένες με ντόπιους Ιάπωνες, τέκνα των πρώτων εποίκων που δικτυώθηκαν κοινωνικά και ενσωματώθηκαν διαμορφώνοντας δικές τους οικογένειες και στελέχη ελληνικών ή πολυεθνικών βιομηχανιών, ναυτιλιακών γραφείων και εμπορικών επιχειρήσεων.

Μία απίστευτη ιστορία
Η καταγραφή της απίστευτης και άγνωστης ιστορίας των Ελλήνων της Άπω Ανατολής ξεκίνησε το 2006 από τον καθηγητή Τάμη. Όπως μας είπε ο ίδιος οργανώθηκαν συνεντεύξεις Ελλήνων εποίκων, που πέρασαν τη ζωή τους στις χώρες αυτές, αντλήθηκαν πληροφορίες από τα προσωπικά αρχεία των Ελλήνων που βρέθηκαν εκεί, ερευνήθηκαν τα αρχεία των χωρών, οι εθνικές τους βιβλιοθήκες, τα ιστορικά και διπλωματικά έγγραφα της εποχής και μέσα στα πλαίσια της προφορικής ιστορίας οργανώθηκαν προσωπικές συνεντεύξεις με δεκάδες εποίκους.
Σύμφωνα με τον κ. Τάμη, από το 1880 χρονολογούνται οι πρώτες εποικίσεις των Ελλήνων στην Κίνα και στην Ιαπωνία. Στην Κίνα οι πρώτοι Έλληνες εγκαταστάθηκαν στη Μαντζουρία, και ιδιαίτερα στις πόλεις Χαρμπίν και Ντάρεν, ύστερα από ένα περιπετειώδες οδοιπορικό δια μέσου της Ρωσίας και της αχανούς νότιας Σιβηρίας.
Τα κύματα των Ελλήνων εποίκων πυκνώνουν αμέσως μετά τη ρωσική Επανάσταση και στη συνέχεια στην περίοδο 1932-1949 εξαιτίας των διωγμών που υπέστησαν από το σταλινικό καθεστώς. Ένα άλλο μεγάλο κύμα εποικίσεων με Σαμιώτες, Χιώτες κι άλλους νησιώτες ξεκινά στις αρχές του 20ου αιώνα δια τη θαλάσσης, προς τη Σαγκάη και στη συνέχεια στην βόρεια Κίνα και Μαντζουρία, όπου καταπιάνονται με το εμπόριο των ποτών και τα αρτοποιεία. Πολλοί απ αυτούς μετά την επανάσταση του Μάο κατέληξαν στην Αυστραλία.

Ο Λευκάδιος εθνικός λογοτέχνης της Ιαπωνίας
Στην Ιαπωνία καταφθάνουν μετά το 1860 οι πρώτοι Έλληνες ορθόδοξοι από την Αγία Πετρούπολη και την Οδησσό, μέχρι και το 1890, όταν εγκαταστάθηκε εκεί ο Πατρίκιος Λευκάδιος Χερν, που γεννήθηκε στην Λευκάδα από την Ρόζα Κασιμάτη και από Ιρλανδό ιατρό του βρετανικού στρατού, τον Κάρολο Χερν. Ο Πατρίκιος Χερν, ύστερα από μία ιδιόμορφη ζωή στην Ελλάδα, Ιρλανδία και ΗΠΑ όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και συγγραφέας πηγαίνει στην Ιαπωνία, την οποία αποδέχεται ως πατρίδα τους και αναδεικνύεται ένας από τους κορυφαίους λογοτέχνες της χώρας αυτής, αφού έφερε την Ιαπωνία με τα συγγράμματά του στη Δύση και την έκανε γνωστή.
Συνεργάτιδα του πρωτοποριακού ερευνητικού αυτού προγράμματος στην Ιαπωνία ήταν η Φαίη Σαββαΐδου, η οποία σπούδασε ιαπωνική λογοτεχνία και ζει εδώ και 15 χρόνια στην ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή του Τόκιο.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι και δίδεται για πρώτη φορά στην παγκόσμια βιβλιογραφία η τρίτη έξοδος και προσφυγιά των Ποντίων από τη Νότιο Ρωσία προς την Ανατολική Σιβηρία και Κίνα όπου συνολικά 5.500 Πόντιοι Έλληνες διωγμένοι, εξορισμένοι και εκτοπισμένοι καταφεύγουν από το 1917-1921, 1932-1939 στο Χαρμπίν και Μούγντεν της Κίνας ακολουθώντας τους συντοπίτες τους Ρώσους φυγάδες και μετά το 1949 μεταφυτεύονται και πάλι ως πρόσφυγες στην Ιαπωνία (μετά το 1945), στην Αυστραλία και Βόρεια Αμερική. Η ιστορία αυτή των Ποντίων δίδεται για πρώτη φορά με αναφορά στα ιαπωνικά αρχεία, αλλά και στις διηγήσεις των επιγόνων τους που συνάντησε ο συγγραφέας σε όλες τις γειτονιές του κόσμου.
Ο καθηγητής Σπύρος Βρυώνης (ΗΠΑ) συμμετέχει στο βιβλίο αυτό με την εισαγωγή που είναι μια αξιολόγηση του βιβλίου και με έναν επίλογο που αναφέρεται στους συγγενείς του Κεφαλλονίτες που είχαν εποικήσει την Βόρειο Κίνα και τη Μαντζουρία.
Το βιβλίο κυκλοφορεί στην αγγλική γλώσσα, μεταφράζεται και στα Ελληνικά και αναμένεται να κυκλοφορήσει και στα κινέζικα.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ