Οι Πρώτοι Πειρασμοί
Ο διάβολος όμως, που βλέπει την μεγάλη πρόοδο του Αντωνίου, στην αγιωσύνη, ταράζεται και στεναχωριέται. Βάζει αμέσως σε ενέργεια τις παγίδες του και τα φοβερά του σχέδια.
- Μηχανεύομαι τόσα σχέδια, μικρέ μου, του ψιθυρίζει ο μιαρώτατος, και δεν θα μπορέσης να μου γλυτώσης!
Έπειτα αρχίζει τον φοβερό πόλεμο, για να λυγίση τον Αντώνιο, από την αρχή και να τον γκρεμίση. Θέλει να του σκοτίσει το νου, να του μουδιάσει τη σκέψι και ύστερα να τον νεκρώση από το δεσμό του με την πίστι του Χριστού.
Τον χτυπάει λοιπόν, πρώτα με τα πλούτη και τις ανέσεις:
- Είσαι κουτός, του λέγει μέσα στην σκέψη του. Άφησες τόσα πλούτη και ήρθες εδώ στην ερημιά να πεθάνης από την πείνα και από το κρύο! Δεν βλέπεις την δυστυχία, που σε πνίγει; Ένα στρώμα δεν έχεις να κοιμηθείς. Ζεστασιά δεν υπάρχει πουθενά. Δεν είναι για σένα ο τόπος αυτός. Θα πεθάνης και είναι αμαρτία. Έπειτα μην ξεχνάς· έχεις και αδελφή! Πώς την άφησες μόνη της; Είναι σωστό αυτό; Τι ευτυχισμένος είσαι τώρα εδώ, σε μιά υγρή σπηλιά! Όλοι οι άλλοι, που ζούνε στον κόσμο, θα χαθούνε και συ μόνο θα σωθής; Είναι άραγε σωστό αυτό που κάνεις;
Όλες αυτές τις σκέψεις τις βάζει στον νού του Αντωνίου ο Σατανάς και περιμένει με αγωνία το αποτέλεσμα. Τι θα γίνει; Θα τις δεχθή; Θα σταματήση την άσκηση και θα γυρίσει στον κόσμο; Θα υποκύψη ή οχι;
Αλλά στις δύσκολες αυτές στιγμές του πειρασμού ο Άγιος δεν λυγίζει. Προσεύχεται πολύ. Παρακαλεί από τα βάθη της καρδιάς του τον Θεό να τον βοηθήση. Η προσευχή του, η νηστεία του και η θέλησις του, νικούν τον διάβολο και τον τρέπουν σε φυγή.
Δεν πρόκειται όμως, να ησυχάση. Ο διάβολος βάζει μπροστά νέο σχέδιο, πιό τολμηρό αυτή τη φορά. Τον πολεμάει με τη σάρκα. Εκμεταλλεύεται γι' αυτό ο άθλιος, την νεότητα του.
Παρουσιάζει στην φαντασία του αισχρά θεάματα. Μεταμορφώνεται ο τρισάθλιος σε γυναίκα και προσπαθεί εκεί στην ερημιά, να τον σκανδαλίση και να τον νικήση. Αγωνίζεται μέρα νύχτα να τον γκρεμίση. Του παρουσιάζει κέντρα διασκεδάσεων και αισχρές σκηνές. Κάνει οτι μπορεί, για να επιτύχει τους δόλιους σκοπούς του.
Ο Άγιος, όμως , συνεχώς προσεύχεται. Μένει ξάγρυπνος και παρακαλεί τον Θεό με θερμά δάκρυα να του δώσει δύναμη ν' αντέξη σ' αυτή την άγρια επίθεσι των πειρασμών του διαβόλου. Για να επιτύχη μέχρι τέλους, δεν τρώγει εντελως τίποτε. Κόβει και το ελάχιστο ξερό ψωμί, που έτρωγε κάθε βράδυ, και μένει μέρες ολόκληρες νηστικός.
Ο δαίμονας βλέπει τότε, οτι τα σκοτεινά του σχέδια πάνε χαμένα και πεφτει σε μεγάλη στεναχώρια. Δεν εγκαταλείπει όμως τον αγώνα.
- Να το δόλωμα! λέγει ο μιαρώτατος: Η υπερηφάνεια. Τώρα είναι η ώρα να τον κάμω να υπερηφανευθή.
Παρουσιάζεται, λοιπόν, ο δαίμονας στον Άγιο με μορφή μαύρου παιδιού και του λέγει:
- Αχ! Αντώνιε. Πολλούς επλάνεψα, πολλούς έβαλα κάτω και τους ενίκησα, αλλά εσένα κουράστηκα να πολεμώ! Νομίζω, πως δεν θα επιτύχω. Είσαι δυνατός. Σε παραδέχομαι.
- Και ποιός είσαι εσύ; τον ρώτησε ο Μ. Αντώνιος.
- Εγώ είμαι το πνεύμα της πορνείας και γαργαλίζω τους νέους στην πράξι αυτή.
Ο Άγιος δεν υπερηφανεύεται, όπως περίμενε ο σατανάς. Δεν είπε από μέσα του " Είμαι μεγάλος εγώ!" "Μπράβο μου, τα κατάφερα να νικήσω ακόμη και τον διάβολο", αλλά δόξασε το όνομα του Κυρίου που του έδωσε τη δύναμη να νικήση και είπε στον σατανά, ξανά τα λόγια του Ευαγγελίου:
- Ύπαγε οπίσω μου σατανά. Δεν σε φοβάμαι.
http://www.pentapostagma.gr/2013/01/blog-post_6931.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου