Άγιος Fursey
Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στην επικράτεια του σημερινού Connacht (Ιρλανδία) πιθανόν ήταν γιος του Fintan και εγγονός του Finlog, παγανιστή βασιλιά της περιοχής. Η μητέρα του ονομαζόταν Gelges, Χριστιανή κόρη του Aed-Finn, βασιλιά του Connacht. Βαπτίστηκε από τον άγιο Brendan τον πλοηγό, τον θείο του πατέρα του, ο οποίος αργότερα διοίκησε ένα μοναστήρι στο Νησί του Oirbsen, που σήμερα ονομάζεται Inisquin στην περιοχή Lough Corrib. Διαπαιδαγωγήθηκε από τους μοναχούς του αγίου Brendan, και όταν έφτασε στην κατάλληλη ηλικία εισήχθη στο μοναστήρι στο Inisquin (δίπλα στο Galway), υπό τον ηγούμενο άγιο Meldan, τον πνευματικό του φίλο (anam-chura στα Κελτικά), όπου αφιέρωσε τον χρόνο του στην πνευματική ζωή. Η μεγάλη αγιότητα του έγινε από νωρίς γνωστή, και μια ιστορία λέει, πως εκεί, δια μέσο των προσευχών του, δίδυμα παιδιά ενός οπλαρχηγού τα οποία σχετίζονταν με τον βασιλιά Brendinus αναστήθηκαν. Έχτισε το δικό του μοναστήρι στην περιοχή Claran έξω από την πόλη του Headford στην κομητεία Galway και έγινε ο προστάτης άγιος της ενορίας του Headford.
Οράματα
Λέγεται ότι ήταν ασκητικός, φορούσε λεπτά ρούχα όλο το χρόνο. Πολλοί ήρθαν προκειμένου να γίνουν υποτακτικοί του, όμως επιθυμούσε να εξασφαλίσει κάποιες θέσεις για τους συγγενείς του στο νέο μοναστήρι. Για αυτό το λόγο πήγε στο Munster μαζί με μερικούς μοναχούς, όμως όταν πλησίαζε το σπίτι του πατέρα του τον χτύπησε μια θανατηφόρος ασθένεια. Έπεσε σε μια κατάσταση έκστασης από την ενάτη ώρα ώσπου να λαλήσει ο πετεινός, και όσο βρισκόταν σε αυτή την κατάσταση έλαβε το πρώτο του όραμα το οποίο τον έκανε γνωστό στην μεσαιωνική λογοτεχνία.
Σε αυτό το όραμα του αποκαλύφθηκε η κατάσταση ενός αμαρτωλού ανθρώπου και η ομορφιά της αρετής. Άκουσε την χορωδία των Αγγέλων να ψέλνει. Του δόθηκε μια διαταγή από τους δύο αγγέλους που εμφανίστηκαν προκειμένου να τον επαναφέρουν στο σώμα του, να γίνει ένας ποιο δραστήριος εργάτης για τον Κύριο.
Τρεις νύχτες μετά, η έκσταση επανήλθε. Τον μετέφεραν στους Ουρανούς τρεις άγγελοι που αγωνίστηκαν έξι φορές με τους δαίμονες για την ψυχή του. Είδε τις φωτιές της κολάσεως, τη διαμάχη των δαιμόνων, και έπειτα άκουσε τους αγγέλους να τραγουδούν σε τέσσερις χορωδίες «Άγιος, Άγιος, Άγιος ο Κύριος των Πνευμάτων». Ανάμεσα στα πνεύματα των δικαίων αναγνώρισε τους αγίους Meldan και Beoan. Του έδωσαν πνευματικές οδηγίες αναφορικά με τα εκκλησιαστικά καθήκοντα και τα καθήκοντα των μοναχών, για τις θανατηφόρες επιπτώσεις της υπερηφάνειας και της ανυπακοής, για τις αμαρτίες γενικά. Προείδαν την πείνα και τον λοιμό που θα ερχόταν.
Τα αδέρφια του ο Foillan και ο Ultan μπήκαν στην κοινότητα του στο Rathmat, όμως ο Fursey εγκατέλειψε την διοίκηση του μοναστηριού και αφοσιώθηκε στο να κηρύττει σε όλη τη χώρα, συχνά έδιωχνε δαιμονικά πνεύματα. Δώδεκα μήνες έπειτα έλαβε ένα τρίτο όραμα. Αυτή τη φορά ο Άγγελος έμεινε μαζί του μια μέρα ολόκληρη, συμβουλεύοντας τον για τα κηρύγματα του, και προείδε για αυτόν δώδεκα χρόνια αποστολικής εργασίας. Αυτό το εκπλήρωσε με πίστη στην Ιρλανδία, και έπειτα, αφού απαλλάχτηκε από όλα τα επίγεια αγαθά αποσύρθηκε για ένα διάστημα σε ένα μικρό νησί στον ωκεανό. Μετά από μερικά χρόνια ίδρυσε ένα μοναστήρι στο Rathmat στις ακτές του Lough Corrib.
Ο άγιος Fursey ήταν ο πρώτος καταγεγραμμένος Ιρλανδός ιεραπόστολος στην Αγγλοσαξονική Αγγλία. Έφτασε στην Ανατολική Αγγλία με τους αδερφούς του Foillan και Ultan, γύρω στο 630 λίγο πριν να ιδρύσει ο άγιος Aidan το μοναστήρι του στο Άγιο Νησί. Η προσηλύτιση της Ανατολικής Αγγλίας στον Χριστιανισμό άρχισε υπό τον Raedwald, όμως διακόπηκε με τον μαρτυρικό θάνατο του διαδόχου του Raedwald, του γιου του Eorpwald. Ο Sigeberht της Ανατολικής Αγγλίας ήταν Χριστιανός όταν ανέβηκε στο θρόνο γύρω στο 630. Το 633, ο Sigeberht της Ανατολικής Αγγλίας εγκατέστησε την πρώτη επισκοπή της Ανατολικής Αγγλίας στο Dommoc και διόρισε έναν Βουργουνδό Επίσκοπο ονόματι Felix.
Όταν ο Fursey έφτασε με τους αδελφούς του Foillan και Ultan, καθώς και με άλλα μέλη της αδελφότητας, φέρνοντας μαζί του τα λείψανα των αγίων Meldan και Beoan, έγινε δεκτός από τον βασιλιά, ο οποίος του έδωσε γη για να εγκαταστήσει ένα μοναστήρι στο Cnobheresburg, όπου υπήρχε ένα εγκαταλελειμμένο Ρωμαϊκό φρούριο το οποίο το συσχετίζουν με το κάστρο Burgh στο Norfolk.
Εργάστηκε εκεί για μερικά χρόνια φέρνοντας στην πίστη τους Πίκτες και τους Σάξονες. Αφότου ο Sigeberht σφαγιάστηκε από έναν στρατό τον οποίο οδηγούσε ο Penda της Mercia, είναι καταγεγραμμένο πως ο διάδοχος του βασιλιάς Anna της Ανατολικής Αγγλίας, και οι ευγενείς του, προίκισαν το μοναστήρι στο Cnobheresburg. Τρία θαύματα που επιτέλεσε ο Fursey σε αυτό το μοναστήρι είναι καταγεγραμμένα. Έπειτα αποσύρθηκε για ένα χρόνο για να ζήσει με τον Ultan τη ζωή ενός αναχωρητή. Παρόλα αυτά, καθώς μεγάλος αριθμός ανθρώπων συνέχισε να τον επισκέπτεται, και ο πόλεμος απειλούσε την Ανατολική Αγγλία, άφησε τον Foillan σαν ηγούμενο και ξεκίνησε για να πάει στην περιοχή Lagny, στην Γαλλία γύρω στο 644.
Έφτασε στη Γαλλία το 648. Περνώντας από το Ponthieu, σε ένα χωριό δίπλα στο Mézerolles είδε πως όλοι γύρω θρηνούσαν, γιατί ο μοναχογιός του Δούκα Hayson, του άρχοντα της περιοχής, είχε πεθάνει. Με τις προσευχές του αγίου Fursey το αγόρι αναστήθηκε. Στον δρόμο του για την περιοχή Neustria θεράπευσε πολλές ασθένειες. Έφερε έναν ληστή στην αληθινή πίστη, ο οποίος είχε επιτεθεί στους μοναχούς σε ένα δάσος κοντά στο Corbie. Πίστεψε και η οικογένεια του μέσα από τα θαύματα του αγίου.
Θεράπευσε και την Ermelinda, η οποία είχε αρνηθεί να φιλοξενήσει τους ταλαίπωρους ταξιδιώτες. Η φήμη του τον έφερε στο Péronne, όπου με χαρά έγινε δεκτός από τον Erchinoald, και με τις προσευχές του απέτρεψε την τιμωρία έξι εγκληματιών. Του προσφέρθηκε να διαλέξει ένα οποιοδήποτε σημείο στην επικράτεια του βασιλιά για να χτίσει μοναστήρι. Επέλεξε το Latiniacum (Lagny), κοντά στο Chelles, έξι μίλια από το Παρίσι, ένα σημείο που εκείνο τον καιρό ήταν καλυμμένο με σκιερά δάση και καρποφόρους κήπους. Εδώ έχτισε το μοναστήρι του και τρία εκκλησάκια, ένα αφιερωμένο στον Ιησού Χριστό τον Σωτήρα, ένα στον Απόστολο Πέτρο, και το τρίτο, το οποίο αρχικά δεν εξυπηρετούσε σε κάτι, αφιερώθηκε αργότερα στον άγιο Fursey μετά το θάνατο του. Πολλοί Ιρλανδοί συμπατριώτες του προσελκύστηκαν στο Lagny, μεταξύ αυτών οι Emilian, Eloquius, Mombulus, Adalgisius, Etto, Bertuin, Fredegand, Lactan, και Malguil.
Το ταξίδι του συνεχίστηκε και πολλές εκκλησίες στο Picardy είναι αφιερωμένες σε αυτόν. Έλαβε κάποιες προειδοποιήσεις για το θάνατο του, και ξεκίνησε για να επισκεφτεί τους αδερφούς του Foillan και Ultan οι οποίοι τώρα είχαν συγκεντρώσει τους διασκορπισμένους μοναχούς του Cnobheresburg και επανίδρυσαν αυτό το μοναστήρι.
Κοιμήθηκε γύρω στο 650 στο Mézerolles κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού. Η τελευταία του ασθένεια τον αποτελείωσε στο χωριό Mézerolles όπου είχε επαναφέρει τον γιο του Δούκα Haymon στη ζωή. Από εκείνη τη στιγμή το χωριό μετονομάστηκε σε Forsheim, που μεταφράζεται σαν το σπίτι του Fursey. Θάφτηκε σε μια εκκλησία (χτισμένη ειδικά από τον Earconwald) στο Peronne περιοχή η οποία τον διεκδίκησε σαν προστάτη άγιο από τότε. Πολλά ασυνήθιστα γεγονότα συνόδευσαν την μεταφορά των λειψάνων του, και το σώμα του θάφτηκε τελικά στην στοά της εκκλησίας του Αποστόλου Πέτρου όπου ο Fursey είχε τοποθετήσει νωρίτερα τα λείψανα των αγίων Meldan και Beoan. Το σώμα του έμεινε άταφο για τριάντα μέρες μένοντας άφθαρτο και ανέδυε μια γλυκιά μυρωδιά. Σε αυτό το διάστημα το επισκέπτονταν προσκυνητές από όλα τα μέρη. Έπειτα θάφτηκε δίπλα στο ιερό της εκκλησίας. Τέσσερα χρόνια μετά, στις 9 Φεβρουαρίου, τα λείψανα του μεταφέρθηκαν από τον άγιο Eligius, επίσκοπο του Noyon, και τον Cuthbert, επίσκοπο του Cambrai, σε ένα νέο εκκλησάκι ειδικά χτισμένο για να φυλάει τα λείψανα στα ανατολικά του ιερού. Η πόλη θα γινόταν έπειτα ένα μεγάλο κέντρο αφοσίωσης σε αυτόν.
αγγλικό κείμενο http://en.wikipedia.org/wiki/Saint_Fursey
μετάφραση orthodoxy-rainbow
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου