Για αποστολή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου εδώ christos.vas94@gmail.com.

Σελίδες

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2024

Δεν υπάρχει είδος χριστιανικής ζωής που να μη μισήσει ο διάβολος… Από την ζωή της Γερόντισσας Μαρίας Μαγδαληνής του Σινά

 



Από τις διηγήσεις της Γερόντισσας Δωροθέας, Ρουμάνας μοναχής που διακόνησε την Γερόντισσα Μαρία Μαγδαληνή στο Σινά για μεγάλο χρονικό διάστημα στο ασκητήριό της στην έρημο ….


Η μοναχή Μαρία Μαγδαληνή από το Σινά ήταν γαλλίδα, πλούσια και μορφωμένη, από μια παραδοσιακή καθολική οικογένεια . Γεννήθηκε στην Γαλλία αμέσως μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο.

Οι γονείς της καλοί κι ευλαβείς άνθρωποι την έστειλαν να μάθει γράμματα σε ένα σχολείο μέσα σε ένα γυναικείο καθολικό μοναστήρι που είχε πολύ καλή φήμη εκείνο τον καιρό αλλά που η Μαρία Μαγδαληνή Le Beller, όπως ήταν το όνομά της τότε, το βρήκε πολύ αυστηρό και η προσπάθεια των γονέων της να κάνουν το κοριτσάκι τους μια μορφωμένη και καλή χριστιανή που να παντρευτεί και να κάνει μια παραδοσιακή γαλλική οικογένεια σύμφωνα με τους κανόνες της καθολικής εκκλησίας είχε το αντίθετο αποτέλεσμα και η νεαρή πλέον γαλλιδα έφυγε από το μοναστήρι και έγινε τελείως άπιστη.


Ο καλός Θεός όμως που δεν θέλει να χαθεί κανένας άνθρωπος κάλεσε αυτή την ξεχωριστή ψυχή να γνωρίσει την Ορθοδοξία και μέσα στην ελευθερία της πλέον να βαπτιστεί ορθόδοξη το 1986 από τον τότε πατριάρχη Ιεροσολύμων Διόδωρο που ήταν και ο πνευματικός της μέχρι την κοίμηση του. Βαπτίστηκε στον ποταμό Ιορδάνη όπως ο ίδιος ο Χριστός και αποφάσισε να σηκώσει τον σταυρό της και να ζήσει ασκητική ζωή για την αγάπη του Χριστού

Η οικογένειά της την θεώρησε αποστάτη, τη συμβούλευε να γυρίσει στην καθολική εκκλησία για να μπορεί πάλι να ενταχθεί στην οικογένεια και να έχει τα χρήματα και την κληρονομιά της.


Η μακαριστή 40 χρονών στην ηλικία πλέον άφησε για την Ορθοδοξία οικογένεια, χρήμα, κληρονομιά και δόξα. Κι έμεινε στην έρημο του Ιορδάνη. Ο πατριάρχης την έστειλε σε ένα γυναικείο μοναστήρι, που δεν έμεινε όμως για πολύ καιρό λόγω της μεγάλης διαφοράς μεταξύ της μακαριστής και των ελληνίδων μοναχών εκεί, που δεν συμπεριφέρθηκαν καλά απέναντί της . Αλλά εκεί έμαθε με θαύμα την ελληνική γλώσσα χωρίς να την έχει σπουδάσει ποτέ. Όταν την γνώρισα εγώ και μου τα έλεγε όλα αυτά, τον Ιούνιο του 2007 θαύμαζα πως διάβαζε τόσο άνετα εκκλησιαστικά βιβλία στα αρχαία ελληνικά και ήξερε και απ’ έξω μερικά κομμάτια , που από μια ξένη ερημίτισσα μόνο από θαύμα μπορεί να γίνει, εφόσον οι ερημίτες δεν μιλάνε πολύ αλλά τις περισσότερες μέρες του χρόνου δεν βγάζουν ούτε μια λέξη. Εφόσον ζουν μόνες τους και δεν μιλάνε παρά μόνο με τον Θεό και δεν ακούνε κάποιον να μιλάει, ούτε ραδιόφωνο, ή τηλεόραση έχουν για να εξασκήσουν την γλώσσα.


Βγήκε λοιπόν από το μοναστήρι που δεν της ταίριαζε και γύρισε στην έρημο του Ιορδάνου και στον πνευματικό της. Όταν ο πνευματικός της, ο πατριάρχης, έμαθε ότι είναι πάλι ελεύθερη εκείνη απάντησε ότι δεν μπορεί παρά μόνο αν ασκητεύσει μόνη της. Και πάλι δάκρυα στα μάτια της και πάλι δύσκολη κι ασήκωτη περίοδο της ζωής της με πολύ προσευχή και δοκιμασίες.

Η λύση ήλθε από τον άγιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη που της είπε να πάει στην Αίγυπτο, στην έρημο του Σινά, στην σπηλιά του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, 8 χιλιόμετρα στην καρδιά της ερήμου και 13 χιλιόμετρα μακρυά από το αντρικό μοναστήρι της αγίας Αικατερίνης που είχε ιερείς και λειτουργίες που μπορούσε να πάει να κοινωνήσει.

Ήταν εκεί στην έρημο, ο τόπος, 1500 χρόνια τώρα, που έζησαν ασκητές , κάτω από το βουνό που ο Θεός έδωσε στον προφήτη Μωυσή τις 10 εντολές, πάνω από τρεις χιλιάδες χρόνια πριν. Ευλογημένος τόπος που αντί για οξυγόνο -που δεν έχει και πολύ – αναπνέεις τη χάρη του Θεού, εφόσον αδιαλείπτως γινόταν προσευχές εκεί χιλιάδες χρόνια.


Η μακαριστή Μαρία Μαγδαληνή ένοιωσε ότι ο λόγος του αγίου Πορφυρίου ήταν προφητικός και η κατάσταση εξελίχθηκε με εκείνη να φύγει από το Ισραήλ, από τον Ιορδάνη, για το Σινά, την Αίγυπτο και να πηγαίνει στα Ιεροσόλυμα μόνο για εξομολόγηση.


Στο Σινά έζησε λιγάκι γύρω από το μοναστήρι της αγίας Αικατερίνης και επειδή ήταν αντρικό μοναστήρι, σύντομα της είπαν να φύγει γιατί για μοναχές στη χερσόνησο του Σινά είναι μόνο το μοναστήρι στη Φαραν. Η Μαρία Μαγδαληνή όμως μετά από κακές εμπειρίες που είχε από το καθολικό μοναστήρι με τις γαλλίδες μοναχές και το ορθόδοξο με ελληνίδες μοναχές δεν μπορούσε να δοκιμάσει σε μοναστήρι.


Η σωτηρία της ήλθε 13 χιλιόμετρα μακρυά από την αγία Αικατερίνη στη σπηλιά που ασκητευσε ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακας. Δεν υπάρχει όμως είδος χριστιανικής ζωής που να μη μισήσει ο διάβολος, η σπηλιά ήταν, όπως μου εξήγησε εκείνη, ανοιχτή , αλλά λίγο τακτοποιημένη μέσα για να μπορεί να γίνεται λειτουργία, έτσι βρήκε εκεί την ησυχία της για κάποιο καιρό. Κοιμόταν μέσα στην σπηλιά που από παλιά ήταν κελί μοναχού. Το καλοκαίρι ερχόταν τουρίστες με ιερείς εκεί έκαναν λειτουργία και κοινωνούσε και αυτή. Της έδιναν και φαγητό και ονόματα με κάποια χρήματα για να τα μνημονεύει οπότε μπορούσε να πάει πότε πότε στο χωριό , 8 χιλ. πιο κάτω και να αγοράσει φαγητό. Κι έτσι τα καλοκαίρια περνούσαν χωρίς να ενοχλεί κανέναν. Το χειμώνα όμως πεινούσε πολύ..


Όταν δεν μπορούσε πια όχι τόσο από την πείνα για επίγειο φαγητό αλλά για τον Χριστό, γιατί δεν μπορούσε να μείνει τόσο πολύ καιρό χωρίς την θεία Κοινωνία. Πήγαινε και ζητιάνευε στο μοναστήρι της αγίας Αικατερινας, αυτό ήταν δύσκολο , πότε πότε της το απαγόρευαν γιατί την έβλεπαν σαν τρελή και πλανεμένη. Σας λέω εγώ που την έζησα ήταν μια χαρά έξυπνη γυναίκα, πολύ έξυπνη μπορώ να πω. Μια γυναίκα που ο κόσμος δεν ήταν άξιος γι’ αυτή. Και την δοκίμαζε ο Θεός ακόμα παρά πάνω, γιατί ο πατριάρχης ο πνευματικός της πέθανε τον Δεκέμβρη του 2000, κι έτσι έμεινε μόνη της, διωγμένη στην έρημο και χωρίς πνευματικό. Ευτυχώς που την δέχτηκε ο π. Παύλος ο πνευματικός των μοναχών από την αγία Αικατερίνη που παρ όλο που της απαγορεύανε καμμιά φορά να πηγαίνει, της συμπαραστάθηκε μέχρι το τέλος της ζωής της .


Άλλη δοκιμασία όμως την κτύπησε… Ήρθαν να κλείσουν τη σπηλιά του αγίου Ιωάννου της Κλίμακας που έμενε για να το κάνουν εκκλησάκι και εκείνη δεν θα είχε κλειδί. Δεν ήταν πια δεκτή να μένει μέσα… της απαγόρευσαν να ξαναμπεί μέσα… Με πήγαινε μόνο έξω από το εκκλησάκι κι έξω από την σπηλιά να προσευχηθούμε. Αυτή η σπηλιά ήταν το κελί του αγίου Ιωάννου και τόσων ασκητών, και τώρα έδιωξαν μια ασκήτρια από μέσα και την έκλεισαν για να την κάνουν εκκλησάκι για 2-3 λειτουργίες το χρόνο. Ενώ ο κόσμος είναι γεμάτος άδεια εκκλησάκια.


…Τότε απελπίστηκε πολύ. Πάλι δεν είχε που να πάει. Γύρω στα 500 μέτρα από την σπηλιά πιο κάτω ήταν μια μεγάλη πέτρα από κάτω της μια τρύπα που ίσα- ίσα χωρούσε μισός άνθρωπος, την θυμάμαι πολύ καλά κάθισα εκεί κι εγώ λίγο, και μου έδειξε κι εκεί έμεινε για λίγο. Αλλά ο ανελέητος ήλιος του Σινά την έκαψε πολύ γιατί το μεσημέρι και το απόγευμα ήταν πολύ λίγη η σκιά κάτω από αυτή την πέτρα και τον χειμώνα δεν θα την προστάτευε από βροχή και κρύο. Εκτός από αυτό στις ρωγμές που είχε αυτή η πέτρα και οι άλλες πέτρες γύρω ζούσαν σκορπιοί και δηλητηριώδη φίδια. Κοιμόταν εκεί σε έναν υπνόσακο που το πρωί έβρισκε σκορπιούς και φίδια μέσα. Και δεν είμαι μάρτυρας μόνο εγώ που για λίγο της έγινα υποτακτική αλλά υπάρχουν κι άλλοι ανάμεσά τους και σεβαστοί πνευματικοί που το ξέρουν αυτό. Μια μέρα λοιπόν λίγο πριν τελειώσουν οι εργασίες για να κλείσει η σπηλιά, μου είπε ότι, καθόταν μέσα κι έκλαιγε δυνατά μόνη της με τον Θεό. Αν ήταν άνδρας θα γινόταν δεκτή από το ελληνικό αντρικό μοναστήρι ή σε κάποια σκήτη γύρω όπως έγινε δεκτός ο άγιος Παΐσιος αλλά επειδή ήταν γυναίκα οι μοναχοί δεν την ήθελαν, ούτε 13 χιλ. μακρυά στην έρημο.


Ήταν τελείως απελπισμένη , δεν είχε που να πάει ούτε ήθελε να γυρίσει στην οικογένειά της και να αφήσει τον Χριστό. Κατάλαβε ότι η ζωή της είναι να ασκητέψει και η έρημος κλεινόταν πάλι μπροστά της. Έκλαιγε απελπισμένη στη σπηλιά. Χωρίς να καταλάβει μπήκε μέσα ένας Βεδουίνος και στάθηκε κοντά της, ήταν μουσουλμάνος και ζούσε στο χωριό που βρισκόταν 8 χιλ. μακρυά. Μου είπε ότι θαύμαζε καιρό μετά πως δεν τον άκουσε ώστε να σταματήσει να κλαίει. Ποτέ δεν μιλούσε για την ζωή της με τους ντόπιους που έβλεπε μόνο πολύ σπάνια. Ο Βεδουίνος την ρώτησε γιατί κλαίει , και θυμάμαι ότι μου είπε τη συζήτησή τους στα αραβικά , στην ντόπια γλώσσα που εγώ δεν ήξερα, αλλά η Μαρία Μαγδαληνή την έμαθε τόσα χρόνια εκεί. Και ξαναζούσε το γεγονός σαν να ήταν τώρα, και μου είπε δεν ξέρει γιατί απάντησε ειλικρινά στον μουσουλμάνο βεδουίνο που δεν θα μπορούσε να την καταλάβει . Κανονικά θα του έλεγε ότι έχει κάποια προβλήματα και θα περάσουν. Αυτή τη φορά του απάντησε αλήθεια ότι κλείνουν την σπηλιά και κείνη θα χρειαστεί να φύγει γιατί που αλλού θα μπορούσε να μείνει. Ο άντρας της είπε αυτό είναι εύκολο , δεν είναι πρόβλημα αυτό να κλαις , έχω εγώ ένα κτήμα εδώ κάτω από την σπηλιά , πολύ καλό κτήμα έχει πηγάδι θέλω να το πουλήσω, δεν το αγοράζεις εσύ; Να μπορείς να φτιάξεις σπίτι εδώ κοντά που σου αρέσει. Τότε η Μαρία Μαγδαληνή χάρηκε τόσο πολύ αλλά δεν είχε χρήματα, πως να πληρώσει.


Η μαύρη της ψυχολογία έγινε πιο μαύρη με την χαμένη ελπίδα. Σε λίγο όμως μετανόησε που δεν είχε εμπιστοσύνη στο Θεό, γιατί κάτι έκανε ο Θεός και τελικά βρέθηκαν τα χρήματα. Μου είπε ότι κάποιος από την οικογένειά της τελικά της άφησε κάποια χρήματα στην κατάλληλη στιγμή για να αγοράσει το κτήμα στο όνομά της. Να κτίσει εκεί μια σκήτη και να βάλει στη τράπεζα τα υπόλοιπα για να έχει και κάποιο τόκο που θα τη βοηθούσε να ζήσει εκεί. Μέχρι και τότε που πήγα εγώ, από αυτό το τόκο παίρναμε φαγητό από το χωριό, έτσι μου είπε. Στη Γαλλία αυτά τα χρήματα μπορεί να ήταν λίγα αλλά για την Αίγυπτο ήταν αρκετά.

Γεμάτη χαρά λοιπόν επικοινώνησε με τον άγιο Πορφύριο, μάλλον πήγε και τον είδε όταν βγήκε να πάρει τα χρήματα και του είπε το θαύμα με το κτήμα. Εκείνος δεν φάνηκε καθόλου να θαυμάζει κι εκείνη του ζήτησε ευλογία να αρχίζει να κτίζει το κελλι της εκεί.

Ο άγιος είπε πολύ αποφασιστικά, Όχι, δεν θα κτίσεις ένα κελί, θα κτίσεις πέντε κελλια , θα κάνεις μια σκήτη που θα έλθουν κι άλλες μοναχές.

Μπορεί αυτή την πληροφορία να μην την συγκρατούσα αν δεν τη θυμόταν πότε πότε και δεν θα μου το έλεγε. Πέντε μοναχές; Τι λες να είναι αλήθεια ; Μου είπε πέντε μοναχές και είμαι μόνο εγώ, και εσύ που δεν κάνεις γιατί μιλάς πολύ. Έλεγα κι εγώ, Εντάξει δεν ξέρουμε μέχρι το τέλος της ζωής σας τι θα γίνει. Μπορεί να έλθουν πέντε κι όλες καλές. Κοιμήθηκε τώρα η Γερόντισσα και δεν είναι καμμιά εκεί, να πάνε πιο μετά οι πέντε; Εύχομαι μέσα από την καρδιά μου να πάνε και να ζήσουν εκεί συνέχεια πέντε μοναχές μέχρι το τέλος του κόσμου και να έχουν εκεί και τα άγια λείψανά της που λάθος ενταφιάστηκε αλλού.


Μόλις πήρε το κτήμα το τυπικό της άλλαξε, την νύχτα προσευχόταν και τη ημέρα κουβαλούσε πέτρες, Πέτρες μεγάλες και βαρειές όχι αστεία. Και έκανε τόσο ζέστη, σας λέω όταν σηκωνόμουν τη νύχτα ίδρωνε μέχρι και το κεφάλι μου, ήταν μούσκεμα τα μαλλιά μου, φανταστείτε την ημέρα πως ήταν. Τρια κελιά τα έφτιαξε μόνη της μόνο από πέτρες χωρίς τσιμέντο και τα έφτιαξε μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, ασκητικά, όμορφα, ένα δωματιάκι σα σπίτια με παραθυράκι , με απόσταση το ένα από το άλλο κελλι για να μπορούν οι μοναχές να είναι μόνες τους να μην ακούγονται μεταξύ τους όταν προσεύχονται και χύνουν δάκρυα στον Θεό. Μέσα σε κάθε κελί έφτιαξε και κρεββάτι όπως είχαμε και εμείς, δυο κούτσουρα που στερεώνονταν στα σανίδια και μια κουρελού από πάνω αντί στρώμα και σεντόνι, έτσι είναι το τυπικό στην έρημο. Και μου έκανε εντύπωση πως έφτιαξε για τις μοναχές μικρές κουρτίνες στα παράθυρα, που εγώ το θεώρησα υπερβολικό, δεν ξαναείδα μέχρι τότε ασκητικό κελλι με κουρτίνα.


Και μπορεί να μην το είχα παρατηρήσει κιόλας αν δεν χαλούσα μια κουρτίνα μια μέρα που με έστειλε να καθαρίσω αυτά τα σπιτάκια. Ήταν κουρτινάκι μικρο ίσα-ισα το μικρο παραθυράκι χοντροφτιαγμενα σε κάποιο αργαλειό, πατέντα δικιά της. Όταν το τίναξα με δύναμη να φύγει η σκόνη που εκεί είναι παντού άνοιξε η από κάτω ραφή και χαλάρωσε το μισό υφαντό, πήγα και της το έδειξα και της ζήτησα συγνώμη και τότε μου υπογράμμισε ότι μόνη της τα έφτιαξε γιατί ο πολύς ήλιος θα πείραζε τα μάτια των μοναχών, οπότε χρειάζονται κουρτίνες για προστασία. Ντράπηκα ακόμα πιο πολύ για την κατάκριση μου γιατί εκείνη έφτιαξε με κόπο κουρτίνες από αγάπη για μοναχές που ακόμα δεν γνώριζε για να μην χαλάσουν τα μάτια τους από τον δυνατό ήλιο του Σινά. Κι όχι από πολυτέλεια όπως νόμιζα εγώ, κι εγώ πήγα να κατακρίνω και να χαλάσω.


Το τέταρτο και το πέμπτο κελί που της είπε ο άγιος Πορφύριος θα τα έκτιζε μαζί με το κουζινακι και το εκκλησάκι είναι αυτό που μέναμε εμείς οι δυο. Γι αυτό σκέφτηκε να τα χτίσει με τσιμέντο. Εδώ χρειαζόταν βοήθεια γιατί δεν θα μπορούσε η ίδια να κουβαλήσει τα τσιμέντα στην πλάτη 8 χιλ από το χωριό, παρόλο που από την πολύ δουλειά έγινε πολύ δυνατή, ακόμα και με το λίγο φαγητό της ερήμου. Βρήκε στο χωριό δυο αδέλφια Βεδουίνους που είχαν καμήλα και δέχτηκαν να τους πληρώσει να φέρουν τα υλικά πάνω και να την βοηθήσουν στη δουλειά. Ήλπιζε αυτά τα παιδιά θα ήξεραν κάτι από αυτή τη δουλειά ώστε να τελειώσουν και να φύγουν γρήγορα, όμως εκείνη τελικά τους έμαθε τα πάντα….


Ενα περιστατικό που διηγούνταν… Τους είχε νερό για να πίνουν σε ένα μπουκάλι πλαστικό 1 ½ λίτρου , εκείνη της το γέμιζε από το μικρό πηγάδι της που με την προσευχή της ο Θεός αύξανε το νερό και αυτοί όταν ερχόταν έπιναν από εκεί. Κάποια στιγμή η γερόντισσα είδε ότι το μπουκάλι λερώθηκε πολύ, και μόλις βρήκε καινούργιο μπουκάλι στο χωριό τους το άλλαξε, απλά το καινούργιο ήταν πιο μικρό, του μισού λίτρου, κατά τα άλλα ίδιο με το προηγούμενο. Έρχονται λοιπόν οι δυο μουσουλμάνοι εργάτες και αρχίζουν έναν τσακωμό και μια στενοχώρια που στην αρχή η γερόντισσα δεν κατάλαβε, γιατί ακόμα δεν είχε μάθει αρκετά καλά την γλώσσα τους. Μετά κατάλαβε, οι βεδουίνοι νόμισαν ότι το μπουκάλι έγινε πιο μικρό από τον ήλιο, όπως κάνουν τα ρούχα από το νερό και μάλωναν ο ένας τον άλλον ποιος άφησε το μπουκάλι απ έξω και δεν το έβαλε από κάτω από την πέτρα που ταν η θέση του, γιατί τώρα να, το μπουκάλι μίκρυνε και δεν θα τους φτάσει το νερό. Η γερόντισσα τους ησύχαζε και τους εξήγησε ότι δεν μίκρυνε από τον ήλιο αλλά εκείνη τους το άλλαξε και θα τους το γεμίζει με νερό από το πηγάδι όσες φορές χρειάζεται.


Τους έμαθε να φτιάχνουν και τσιμέντο, έμαθαν κι άλλα πολλά κι όταν τελείωσαν να κτίζουν το κελί της γερόντισσας πήγαν στο χωριό και άνοιξαν εταιρεία οικοδομών κι άρχιζαν να κτίζουν σπίτια στο χωριό. Όταν είχα πάει εγώ στο Σινά ήταν οι μόνοι που είχαν αυτή την ειδικότητα σε εκείνο το χωριό , μου έδειξε η γερόντισσα και έπειτα λένε δεν βοηθάει ο μοναχισμός τον κόσμο.

Έτσι άλλαξε κι ο τρόπος που την κοιτούσαν οι ντόπιοι…. κάποια παιδιά από το χωριό αρρώστησαν κι εκείνη προσευχήθηκε κι ο Θεός τους έκανε καλά . Και μερικοί χωριανοί άρχισαν να την έχουν σε μεγάλη τιμή και υπόληψη.

Πηγή

Δείτε και εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια: